Η ιστορία του οικισμού είναι συνυφασμένη με τη λίμνη, ενώ το ότι βρισκόταν πολύ κοντά στον παλιό δρόμο, το "Ντερβένι" βοήθησε στο να καταγράψουν το χωριό σχεδόν το σύνολο των ξένων περιηγητών που βρέθηκαν στα μέρη εκείνα κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας. Όπως όμως και με τους περισσότερους οικισμούς της περιοχής, δεν υπάρχει σαφή εικόνα του πότε δημιουργήθηκε το χωριό. Στην περίπτωσή μας, μάλιστα, υπάρχει και ένα επιπλέον "αγκάθι". Δεν γνωρίζουμε αν πριν τη μετοικεσία στη σημερινή θέση είχαν γίνει κι άλλες μετοικεσίες ενδιάμεσα. Οι εκτιμήσεις μας βασίζονται κυρίως σε αναφορές των αρχαιότερων. Παράλληλα οι αναφορές ότι κατέφθαναν στη Ζαραβίνα και κάτοικοι άλλων περιοχών (Μεσσαριά, Συκιά, Γεροπλάτανος κ.λπ.) μάλλον προκαλεί περισσότερο σύγχυση παρά βοηθά την κατάσταση. Το μόνο που είναι σίγουρο είναι ότι βρισκόταν πέριξ της λίμνης.
Ο οικισμός φαίνεται ότι υπήρχε τουλάχιστο από τα τέλη του 13ου αιώνα και σ' αυτό συνηγορούν δύο στοιχεία. Αφενός η ύπαρξη της Μονής Ζωοδόχου Πηγής ή Αλέξανδρος που ιδρύθηκε το 1201 μ.Χ.1 και αφετέρου διότι το 1364, κατά τον Ν. Γ. Μυστακίδη, χειροτονήθηκε Αρχιεπίσκοπος Πωγωνιανής, ο Αγαθόνικος εκ Ζαραβίνης ή Αρινίτσης 2. Ο Βησσανιώτης Σπύρος Στούπης μάλιστα εικάζει ότι πιθανώς η Ζαραβίνα να ήταν και δημιούργημα της Μονής 3. Πάντως για να είμαστε ακριβοδίκαιοι ο κατάλογος του Μυστακίδη με τους Αρχιεπισκόπους Πωγωνιανής παρουσιάζει μάλλον κι αρκετές ανακρίβειες 4, ωστόσο άσχετα απ' το αν ο κατάλογός του είναι ακριβής ή όχι, οι εικασίες του Στούπη για τη Ζαραβίνα και τη Μονή μάλλον δείχνουν να έχουν βάση, αφενός γιατί στο παρελθόν, όπως είναι ευρέως γνωστό, δημιουργούνταν οικισμοί γύρω από θρησκευτικούς χώρους λατρείας κι αφετέρου (θα δούμε και παρακάτω) γιατί, μάλλον συσχετίζεται η περιοχή (κάτω από το Μοναστήρι) με παλαιότερη θέση του οικισμού.
Το 1954 ο Τούρκος ιστορικός Halil İnalcık, ερευνητής της περιόδου της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, εξέδωσε το βιβλίο του Hicri 835 :Suret-i Defter-i Sancak-i Arvanid [Αντίγραφο του αρχείου της επαρχίας της Αρβανιτιάς (Αλβανίας) του έτους εγίρας 835 (1431)], το οποίο περιλαμβάνει έγγραφα μιας "φορολογικής" απογραφής του 1431 που είχαν πραγματοποιήσει οι Οθωμανοί (δυστυχώς το βιβλίο δεν έχει μεταφραστεί στα ελληνικά). Την χρονιά εκείνη (1431) η περιοχή του Πωγωνίου είχε ήδη πέσει στην κυριαρχία των Οθωμανών και υπαγόταν στην περιφέρεια (βιλαέτι) του Αργυροκάστρου. Στην ταυτοποίηση των οικισμών που επιχείρησε να κάνει ο ίδιος αλλά και άλλοι μεταγενέστερα (Johannes Koder) ταυτοποιήθηκαν αρκετοί οικισμοί (πχ Στρατίνιστα, Καστάνιανη κλπ). Στο κατάστιχο αλλά και στο χάρτη που το συνοδεύει δεν ταυτοποίησε τη Ζαραβίνα (όπως και το Δελβινάκι κ.α.), ωστόσο ταυτοποίησε το Κεράσοβο, το οποίο μαζί με τον Άγιο Νικόλαο (δίπλα απ' την Κακαβιά, εντός Αλβανίας σήμερα) και ένα χωριουδάκι Zaveni ανήκαν στο ίδιο τιμάριο 5. To Zaveni, ο Inalcik το ταυτοποίησε σαν το χωριό Ραβενή της Θεσπρωτίας που βρίσκεται δεκάδες χιλιόμετρα μακρυά. Λόγω της λαβυρινθώδους κατάστασης του κατάστιχου 6, της μεγάλης απόστασης μεταξύ Αγίου Νικολάου και Κερασόβου με τη Ραβενή, της δυσκολίας στην ταυτοποίηση λόγω παλαιότητας εγγράφων, που αναφέρει κι ο Inalcik καθώς και προβλημάτων που ανέκυψαν με τις μετονομασίες, εκτιμούμε ότι το Zaveni ίσως να μην είναι το χωριό Ραβενή Θεσπρωτίας αλλά η Ζαραβίνα.
Eικ. 1 Η αναφορά του Inalcik
Eικ. 2 Απόσπασμα του χάρτη με τους οικισμούς που ταυτοποίησε o Inalcik
(σε κύκλο ο Άγιος Νικόλαος, το Κεράσοβο και η Ραβενή Θεσπρωτίας)
Από το 1431 και για 200 χρόνια δεν υπάρχουν αναφορές για το χωριό μας ωστόσο όπως σημειώνει ο Λαμπρίδης, η ευημερία και η ησυχία του χριστιανικού στοιχείου υπήρξε τουλάχιστον μέχρι το 1620 7. Η κατάσταση όμως χειροτέρευσε απότομα. Εκείνη την εποχή περίπου και μέχρι το 1645, μετανάστευσαν οικογένειες από τη Μεσσαριά στη Ζαραβίνα όπου και ίδρυσαν ομώνυμη κοινότητα 8. Η Μεσσαριά ήταν προάστιο της Διπαλίτσας (Μολυβδοσκέπαστη) και ιδιαιτέρως ακμάζουσα μέχρι τότε. Η πληροφορία του Λαμπρίδη φαίνεται ότι επιβεβαιώνεται γιατί ακριβώς κάτω απ' το Παληοχώρι και προς τον κάμπο της Ζαραβίνας, υπάρχει τοπωνύμιο Μεσσαριά, το οποίο μάλλον προέρχεται από αυτή τη μετοικεσία 9. Εδώ βέβαια προκύπτει ένα άλλο ζήτημα, εφόσον η Ζαραβίνα ήταν εκείνη την περίοδο στο Παληοχώρι, πώς είναι δυνατό να ιδρύθηκε δίπλα της άλλη κοινότητα; Εκτός κι αν με τον όρο κοινότητα που λέει ο Λαμπρίδης εννοεί κάτι αντίστοιχο της Μεσσαριάς στη Διπαλίτσα, δηλαδή προάστιο ή συνοικισμό. Άλλωστε οι περισσότεροι οικισμοί στο Πωγώνι προήλθαν από συνένωση μικρότερων που ήταν διάσπαρτοι. Δεν αποκλείεται και στην περίπτωσή μας να συνέβη κάτι αντίστοιχο.
Την ίδια περίοδο στη Ρονίτσα, στη σημερινή θέση Λέπενο, εντός δηλαδή των ορίων του Δελβινακίου, υπήρχε ομώνυμος οικισμός, κεφαλοχώρι μάλιστα, ο οποίος καταστράφηκε το 1644 και τα σύνορά του έφταναν μέχρι τη Ζαραβίνα. Μετά την καταστροφή του οικισμού, τα χωράφια του Λεπένου τα καλλιεργούσαν για ένα διάστημα οι Δελβινακιώτες με τους Ζαραβινιώτες, ο καθένας τα χωράφια που ήταν πιο κοντά στον οικισμό του 10. Αργότερα τα χωράφια αυτά τα αγόρασαν εξ ολοκλήρου οι Δελβινακιώτες. Το ερώτημα που εύλογα μπορεί να θέσει κανείς (εκτός του που βρήκαν τα λεφτά οι Δελβινακιώτες που λέει-ειρωνικά-ο Στούπης), είναι ποιος ο λόγος οι Ζαραβινιώτες να ανέβουν τόσο ψηλά και μακριά από το Παληοχώρι για να καλλιεργήσουν γη, όταν ακριβώς από κάτω ήταν ο κάμπος; Είναι γνωστό, βέβαια, από αρκετές γραπτές αναφορές ότι το χωριό μας άκμαζε τουλάχιστο μέχρι τις αρχές ή τα μέσα του 18ου αιώνα 11, άρα προφανώς έρχονταν εδώ κι από γειτονικούς οικισμούς, όπως οι οικογένειες από τη Μεσσαριά, αυτό όμως δε σημαίνει ότι καταλάμβαναν και τις γαίες του χωριού. Φυσικά υπάρχει το ενδεχόμενο να μην επαρκούσαν λόγω υπερπληθυσμού ή να αναγκάστηκαν να καλλιεργήσουν και εκεί λόγω της ιδιόρρυθμης ιδιοκτησιακής κατάστασης ή βούλησης (η Ζαραβίνα ήταν τότε τσιφλίκι). Ο Μήτσης, άλλωστε, απ' το Κρυονέρι θεωρεί ότι υπάρχουν βάσιμες υποψίες μάλιστα, ότι ο πρώτος πληθυσμός του Κρυονερίου ήταν από κατοίκους του Λεπένου 12, ενώ πιστεύει ότι και η ίδρυση του οικισμού τους έγινε εκείνη περίπου την περίοδο. [Σε γενικές γραμμές τους Λεπενιώτες, τους "διεκδικούν" πολλοί (Δελβινάκι, Βήσσανη, Κρυονέρι κ.λπ.) ενώ είναι κάτι παραπάνω από σίγουρο ότι κατέφθασαν και στο χωριό μας].
Ωστόσο υπάρχει μία αναφορά, η οποία μπορεί να δώσει μία εξήγηση για την καλλιέργεια γαιών στο Λέπενο από Ζαραβινιώτες. Ο Πατσέλης στο βιβλίο του για το Δελβινάκι αναφέρει ένα παλιό έγγραφο το οποίο ανάγεται στις αρχές του 18ου αιώνα και βρισκόταν καταχωρημένο στον Κώδικα Α σ. 853 της Κοινότητας Δελβινακίου οριοθετώντας τα σύνορα της Κοινότητας τους όπως αυτά τα περιέγραψαν οι παλιοί γέροντες της Βήσσανης και του Δελβινακίου. Στην περιοχή που συνορεύουμε με το Δελβινάκι δηλαδή στην άκρη της λίμνης, κάτω από τη Μονή του Αλεξάνδρου, αναφέρει το έγγραφο αναλυτικά, ότι απ' τη λίμνη, το όριο "...περ(ν)άει στη συκιά σταις βρύσαις στο μεγάλο το λιθάρι όπου έχει το σταυρό και πέρ(ν)ει το δρόμο δρόμο και βγαίνει στη Παληαζαραβίνα στο σταυρό του Αγιο Κοσμά..." 13. Ο Βησσανιώτης Σπύρος Στούπης, το επισημαίνει κι αυτός ότι υπάρχουν αναφορές για Παληαζαραβίνα σε παλιά έγγραφα (δεν γνωρίζουμε αν είχε στο μυαλό του το προαναφερθέν καθώς δεν έχει παραπομπή, αλλά η αναφορά του είναι σε κείμενο Ζαραβινιωτών περί των ορίων του χωριού το 1887, ακριβώς στο σημείο της Μονής) κι ότι λέγεται ότι προϋπήρχε (το χωριό) σε άλλη τοποθεσία από την τωρινή, ωστόσο δεν γνωρίζει αν αναφέρονται με αυτή την ονομασία ως κάτι περιφρονητικό ή ανάξιο λόγου 14. Απ' τα γραφόμενά του υποθέτουμε ότι δεν γνώριζε για το Παληοχώρι, που βρισκόταν προηγουμένως ο οικισμός και εκτεινόταν μέχρι την Παναγιά 15.
Τα ανωτέρω μπορεί να σημαίνουν πολλά, μπορεί και τίποτα. Ωστόσο επισημαίνουμε τα εξής:
Συνεπώς με βάση το έγγραφο με τις μαρτυρίες των γερόντων και τις πληροφορίες για καλλιέργεια γαιών του Λεπένου από Ζαραβινιώτες που παραθέτει ο Πατσέλης, τις εκτιμήσεις του Στούπη για το χωριό που είναι δημιούργημα της Μονής του Αλεξάνδρου και λαμβάνοντας υπόψη τις επισημάνσεις, βάσιμα μπορούμε να υποθέσουμε ότι η ονομασία Παληαζαραβίνα αναφέρεται σε κάτι που προϋπήρχε σε εκείνο το σημείο, κατά πάσα πιθανότητα, προηγούμενη θέση του χωριού πριν αυτό ακόμα μετακινηθεί στο Παληοχώρι.
Eικ. 3 Χάρτης με τις επίμαχες τοποθεσίες (με κίτρινο το παλιο ντερβένι)
Το 1670 βρέθηκε στo χωριό μας ο διασημότερος περιηγητής της Ανατολής, ο Evliya Celebi. Ο πολυταξιδεμένος Celebi που γύρισε την Οθωμανική Αυτοκρατορία, κατέγραψε τις εντυπώσεις του απ' τα διάφορα μέρη που πέρασε σε ένα δεκάτομο έργο, το Seyahatnâme (Βιβλίο των Ταξιδιών). Ο όγδοος τόμος απ' αυτούς είναι αφιερωμένος στην Ελλάδα. Ο Celebi βρέθηκε στο χωριό μας, καθώς ήταν προσκεκλημένος στο γάμο του υιού του Ζεϊνέλ Πασά του Αργυροκάστρου, που έπαιρνε σύζυγο Ζαραβ'νιώτισσα, προφανώς τουρκικής καταγωγής, καθότι δεν γίνονταν μικτοί γάμοι. Άρα κατά την περίοδο αυτή φαίνεται ότι στο χωριό υπήρχαν και τούρκικες οικογένειες. Κατά τον Celebi η συνοδεία του γάμου που είχε πάρει την άγουσα από το Αργυρόκαστρο για να κατέβει στη Ζαραβίνα από το παλιοντέρβενο, αποτελούνταν από 2000 άτομα, εκ των οποίων οι μισοί ήταν ιππείς και οι άλλοι μισοί ήταν πεζοί.
Η πληροφορία του Celebi για το χωριό μας είναι και η πρώτη εξακριβωμένη αναφορά σε αυτό. Αν και δε μας διαφωτίζει ιδιαίτερα για το που ήταν ακριβώς το χωριό, ωστόσο σημειώνει ότι στην άκρη του οικισμού υπάρχει μία λίμνη. Ως γνωστό το Παληοχώρι έχει μια μικρή απόσταση από τη λίμνη άρα όταν πέρασε ο Celebi, ίσως ο οικισμός να μην ήταν στο Παληοχώρι αλλά στην Παληαζαραβίνα που ήταν στην άκρη της λίμνης... Συνεχίζοντας αναφέρει ότι ο οικισμός είχε 100 σπίτια και έναν πύργο (!) ενώ σ' αυτό το σημείο τελείωνε ο Καζάς του Πωγωνίου και από 'κει και πέρα νοτιοανατολικά άρχιζε ο Καζάς των Ιωαννίνων, κάτι που υποδηλώνει άλλωστε και την παλαιότητα των συνόρων του Πωγωνίου. Τα νούμερα που παραθέτει ο Celebi είναι εντυπωσιακά μεγάλα, τόσο για τα δεδομένα του χωριού μας όσο και γενικότερα για την εποχή εκείνη, άρα προφανώς η επίσκεψή του είχε πραγματοποιηθεί σε περίοδο μεγάλης ακμής της Ζαραβίνας. Από ΄κει και πέρα η υπόλοιπη-σύντομη-αναφορά του είναι στη λίμνη και στους νεόνυμφους 16.
Το 1706, κατά τον Λαμπρίδη, κατέφθασαν στη Ζαραβίνα κυνηγημένοι κάτοικοι από το Αληζότ Τσιφλίκ (Γεροπλάτανος) από απογόνους του αρνησίθρησκου Ισαϊμ 17. Απ' ότι φαίνεται όμως, ούτε στην περιοχή μας είδαν καλύτερες μέρες καθώς το 1720 καταστράφηκε ο οικισμός της Μεσσαριάς, οι κάτοικοι της οποίας κατέφυγαν στο Δελβινάκι (υποθέτουμε ότι η καταστροφή δεν θα αφορούσε μόνο τη Μεσσαριά αλλά και τη Ζαραβίνα, αλλά δεν υπάρχουν αναφορές για αυτό). Πάντως οι κάτοικοι από τον Γεροπλάτανο το 1822 και μετά το θάνατο του Αλή Πασά, φαίνεται ότι επέστρεψαν στην περιοχή τους, την περίοδο δηλαδή που έγινε κι η δικιά μας μετοικεσία.
Οι αναφορές του Λαμπρίδη για τη Ζαραβίνα δημιουργούν πολλά ερωτήματα και για τα οποία δεν είμαστε σε θέση να απαντήσουμε. Το βασικό ερώτημα πάντως είναι γιατί οι κάτοικοι γύρισαν και ξαναέφτιαξαν το χωριό στο ίδιο σημείο (Παληοχώρι), αν υποθέσουμε ότι ο οικισμός μας καταστράφηκε μαζί με αυτόν της Μεσσαριάς (που ήταν δίπλα), καθώς μάλλον δεν έχει βάση το ενδεχόμενο της ύπαρξης "επιλεκτικής καταστροφής", δηλαδή μόνο της Μεσσαριάς, εκτός και αν δεν είχαμε μετακινηθεί ακόμα στο Παληοχώρι. Συνεπώς η καταστροφή του 1720 ίσως και να αφορούσε την Παληαζαραβίνα και όχι την περιοχή του Παληοχωρίου-Μεσσαριάς. Δυστυχώς, όμως, η απάντηση στο ερώτημα αυτό είναι σχεδόν αδύνατη αφού τα κενά πληροφόρησης είναι απελπιστικά, αναγκάζοντάς μας μόνο στην ανάλυση ελάχιστων βιβλιογραφικών αναφορών. Ωστόσο είναι δεικτικό ότι η ευμάρεια της περασμένης περιόδου αρχίζει να υποχωρεί από εκείνο το σημείο και έπειτα.
Τα στοιχεία της ανέκδοτης συγγραφής του Μ. Οικονομίδη με τίτλο "Η Παλαιά Πωγωνιανή από το 1780-1840", δείχνουν τη Ζαραβίνα το 1763, να διατηρεί λίγη ακόμα από την αίγλη της. Στον πίνακα με τους χανέδες της επαρχίας (ο χανές ήταν ουσιαστικά φορολογική μονάδα, δεν αντιστοιχούσε σε οικίες και χρησιμοποιούνταν ως βάση για την επιβολή φόρων και διαφόρων δαπανών. Έτσι γνωρίζοντας τους χανέδες, μπορούμε να αντιληφθούμε την ευημερία των οικισμών), το χωριό μας ήταν πάνω από τον Μ.Ο. και στη 12η θέση από τα 48 χωριά του Πωγωνίου:
Πιν. 1 Πίνακας με τους χανέδες της επαρχίας 18
Οικισμός | 1763 | 1805 | 1834 | |
1 | Δελβινάκι | 26 | 20 | 15,5 |
2 | Βήσσανη | 13 | 8,5 | 8,5 |
3 | Σωπική* | 12 | 11,5 | 11,5 |
4 | Πολύτσανη* | 7 | 3,5 | 3,5 |
5 | Σχωριάδες* | 6 | 4 | 4 |
- | Κακσιοί (Άγ. Κοσμάς) | 6 | 3 | 2 |
7 | Βοστίνα (Πωγωνιανή) | 5,5 | 4,5 | 4,75 |
- | Τσαραπλανά (Βασιλικό) | 5,5 | 4,25 | 4,75 |
9 | Οστανίτσα (Αηδονοχώρι Κόνιτσας) | 5 | 1 | 1 |
10 | Χλωμό* | 4,75 | 4 | 4 |
11 | Δρυμάδες | 4,5 | 3,5 | 3,5 |
12 | Ζαραβίνα | 4 | 2,5 | 2 |
... | Λοιπά (συν.) | 70,75 | 52,25 | 46,75 |
Σύνολο | 170 | 122,5 | 111,25 |
(Η κατάταξη είναι με βάση το 1763, σε παρένθεση οι νέες ονομασίες & με αστερίσκο τα χωριά που είναι σήμερα εντός Αλβανίας)
Στο ανωτέρω απόσπασμα είναι φανερή τόσο η βαθμιαία φτωχοποίηση συνολικά της επαρχίας του Πωγωνίου, συνέπεια των εξισλαμισμών, επιδρομών Τουρκαλβανών και των διώξεων αργότερα του Αλή Πασά, όσο και η σφοδρότητα με την οποία αυτή συντελέστηκε στους διάφορους οικισμούς. Έτσι στο διάστημα 1763-1805, η μείωση ανέρχεται σε 26%. Η μεγαλύτερη απώλεια, κατά πάσα πιθανότητα, θα πρέπει να πραγματοποιήθηκε την περίοδο του ρωσοτουρκικού πολέμου (1768-1774) όπου ξέσπασε κι η αποτυχημένη ελληνική επανάσταση του 1770, που έμεινε στην ιστορία ως Ορλωφικά, λόγω της καθόδου πολλών τουρκαλβανικών ομάδων προς τη Ν. Ελλάδα.
Το 1788, η Ζαραβίνα είναι το πρώτο μέρος που πέφτει στην κυριαρχία του Αλή Πασά στην πορεία του για την κατάληψη των Ιωαννίνων 19 και σχεδόν ταυτόγχρονα (1789) χτίζει ένα σεράι στον οικισμό μας στο Παληοχώρι, το περίφημο «Κάστρο». Απ' τις αναφορές των ξένων περιηγητών που φιλοξενήθηκαν στο σεράι της Ζαραβίνας αντλούμε τις πληροφορίες ότι το Κάστρο του Αλή ήταν χτισμένο από μικρές πέτρες συνδεδεμένες με λάσπη αντί ασβεστοκονίας, όπως άλλωστε και τα τείχη του, τα οποία διέφεραν από έναν συνηθισμένο μαντρότοιχο κήπου από το ότι στις γωνίες τους υπήρχαν κυκλικοί πύργοι-των ίδιων υλικών κατασκευής-με μερικά κανόνια 20. Ο William Leake που φιλοξενήθηκε στο σεράι στις 6 Ιουνίου του 1809 μας δίνει και μια εικόνα των κατοικιών του χωριού, οι οποίες ήταν ξύλινες και οπωσδήποτε λιγότερο ανθεκτικές απ’ το κάστρο του Αλή που υπέφερε κι αυτό απ’ τη φθορά του χρόνου και την κακοτεχνία, με τις πέτρες του οικοδομήματος, παρόλο που ήταν μόνο 20 ετών, να είχαν ήδη αρχίσει να σωριάζονται στο έδαφος. Το σεράι του Αλή Πασά μαζί με τη στέρνα του, έστω και σε ερείπια, διατηρήθηκε μέχρι το 1939 όπου δυστυχώς ο στρατός, τρανό παράδειγμα νεοελληνικής οξυδέρκειας, πήρε σχεδόν όλες τις πέτρες που είχαν απομείνει για διάφορα έργα με αποτέλεσμα να είναι σήμερα εξαιρετικά δύσκολος ο εντοπισμός της θέσης του 21...
Εικ. 4 Η θέα από το Παληοχώρι, όπου βρίσκονται τα διάσπαρτα απομεινάρια του σεραγιού του Αλή Πασά
Όπως είναι λογικό όλοι οι ξένοι περιηγητές στέκονταν ιδιαίτερα στη λίμνη αλλά και στον Νιζερό, το ποταμάκι που διέρρεε το Παληοχώρι και οδηγούσε το πλεονάζων νερό της λίμνης στον Γορμό. Ο γνωστός -απ’ την περιήγησή του στην Ελλάδα- François Pouqueville επισκέφθηκε τη Ζαραβίνα δύο φορές το 1806, την περίοδο που ήταν Πρόξενος της Γαλλίας στα Ιωάννινα. Στην πρώτη του επίσκεψη στις αρχές του έτους, ερχόμενος από την Αλβανία, πιστοποιεί και εκείνος τη θέση του χωριού μας στο Παληοχώρι και αναφέρει αναλυτικά ότι 22:
Το χωριό απ' το οποίο έχει πάρει το όνομά του, αυτή η λίμνη με τα καθαρά νερά… βρισκόταν αριστερά (του δρόμου) σε απόσταση 1 μιλίου (από τη λίμνη), σε ένα δεντρόφυτο ύψωμα...
Παράλληλα δεν παρέλειψε να σταθεί και στις ιστορίες για τη λίμνη που ήταν απύθμενη και που -κατά τα λεγόμενά του- ήταν η πηγή του Καλαμά. Οι μύθοι πάντως για τη λίμνη που απορροφούσε τα πάντα δεν φαίνεται να συγκινούσαν ιδιαίτερα τον Αλή που γελώντας έλεγε ότι προφανώς οι κάτοικοι πετούσαν μέσα πέτρες καθώς ο ίδιος την είχε διασχίσει με μια βάρκα, για να εξακριβώσει τόσο τα λεγόμενά τους όσο και το βάθος της, που ξεκινούσε από τις 30 οργιές στις ακτές και στο κέντρο έφτανε τις 100-120 23 (για σύγκριση 120 οργιές είναι 220 μέτρα!!!)...
Στη δεύτερη επίσκεψή του στις 15 Μάϊου του 1806, κατοίκησε στο σεράι της Ζαραβίνας μαζί με τον Γερμανό γιατρό του Αλή, Λούντβιχ Φρανκ και περιηγήθηκαν γύρω από τον Νιζερό. Εκείνη την εποχή το ποτάμι δεν ήταν το σημερινό αυλάκι και οι όχθες του ήταν γεμάτο καλαμιές που όπως του είχαν πει οι κάτοικοι του χωριού, ψάρευαν πέστροφες και καραβίδες ενώ έπιαναν 4 είδη ψαριών με τα περισσότερα απ’ αυτά να είναι κυπρίνοι 24. Ο Leake αργότερα μας πληροφορεί κιόλας ότι ο Νιζερός πότιζε τα χωράφια καλαμποκιού, κάτω από το χωριό, στον κάμπο της Ζαραβίνας που έδιναν άφθονη συγκομιδή αλλά ωστόσο (λόγω υπερχείλισης και πηγών) δημιουργούσε ανθυγιεινή ατμόσφαιρα καθώς δημιουργούνταν βάλτοι και έλη σε πολλά σημεία. Περιττό θα ήταν βέβαια να αναφέρουμε τους κινδύνους που δημιουργούνταν από τη στασιμότητα των νερών, ειδικά στις περιόδους που θέριζε η πανώλη και που δυστυχώς στο Πωγώνι δεν ήταν λίγες.
Στις 30 Αυγούστου 1812, διερχόμενος από το παλιοντέρβενο, ο Άγγλος διπλωμάτης William Turner μας ενημερώνει για ένα χάνι που υπήρχε κοντά στο Παληοχώρι όπου και σταμάτησαν για να ταϊσουν τα άλογά τους και να πάρουν το πρωϊνό τους 25. Αναφορά σε χάνια, σε εκείνο το σημείο, κάνει κι ο Pouqueville όπου φεύγοντας από τη Ζαραβίνα είδε όπως λέει 2 χάνια και μερικούς τούρκικους τάφους 22. Κατά το παρελθόν, παλιοί γέροντες του χωριού μας, έκαναν ενίοτε αναφορές για τα χάνια της Ζαραβίνας, ωστόσο οι περισσότεροι αγνοούσαμε την ύπαρξή κι άλλου-εκτός του γνωστού. Το χάνι (ή τα χάνια) στο οποίο αναφέρονται οι περιηγητές, δεν πρέπει να συγχέεται με το χάνι της Ζαραβίνας στη λίμνη, που και μεταγενέστερη κατασκευή ήταν και σε άλλο σημείο βρισκόταν (στο επάνω στόμιο της λίμνης). Το χάνι λοιπόν αυτό, βρισκόταν λίγα μέτρα έξω από το Παληοχώρι, στη θέση που σήμερα ονομάζεται Χάνια ή Παλιόχανα, λίγο πριν τη διασταύρωση του παλιοντέρβενου με τον καινούριο δρόμο (που οδηγεί σε Σιταριά, Κρυονέρι κλπ), απ' όπου και περνούσαν οι ταξιδιώτες εκείνη την εποχή. Τα ερείπια του σώζονταν μέχρι τα μέσα του περασμένου αιώνα 26. Πέραν, όμως, των αναφορών των περιηγητών, παραμένει άγνωστη η υπόλοιπη ιστορία του όπως και η ακριβής χρονολογία εγκατάλειψής του. Πιθανολογούμε ότι εγκαταλείφθηκε λίγο μετά τα μέσα του 19ου αιώνα με την κατασκευή του νέου δρόμου.
Εικ. 5 Το σημείο που ήταν το χάνι έξω από το Παληοχώρι...
Στα μέσα Μαρτίου του 1813 επισκέφθηκε την περιοχή o Άγγλος γιατρός και συγγραφέας Henry Holland. Πιο προσεκτικός στις αναφορές του ο Holland εντυπωσιάζεται απ’ την ομορφιά της περιοχής και μας εξιστορεί τις πεποιθήσεις του Pouqueville που πίστευε ότι η λίμνη στεκόταν στον κρατήρα ενός ηφαιστείου λόγω σχήματος και βάθους αλλά και για το θειάφι που είχε βρεθεί στο Δειαφόλακκο που κατεβαίνει από το Κρυονέρι. Ο ίδιος βέβαια απέρριπτε αυτές τις εικασίες αναφέροντας το υπόβαθρο της περιοχής που είναι ασβεστολιθικό και ότι το όποιο θειάφι είχε βρεθεί ήταν ένα επιφανειακό επίστρωμα στις πέτρες που είχε εξαφανιστεί παντελώς κατά την περιοδεία του 27. Εξίσου παρατηρητικός ήταν κι ο Thomas Hughes που πέρασε απ’ τα μέρη μας, ένα χρόνο αργότερα, στις 29 Μαρτίου του 1814 ο οποίος μάλιστα στάθηκε και στους μεγάλους μπαρουτόμυλους του Αλή «…κάτω από τη λίμνη, στο κανάλι του Καλαμά…» όπως λέει, που όμως κατασκεύαζαν κακής ποιότητας μπαρούτι 19.
Η πιο ενδιαφέρουσα, όμως, αναφορά για τη Ζαραβίνα είναι αυτή του Γάλλου στρατηγού Guillaume de Vaudoncourt. Ο Guillaume, συγγραφέας στρατιωτικής ιστορίας και απ΄τους πιο ένθερμους οπαδούς των φιλελεύθερων επαναστάσεων της εποχής, βρέθηκε κι εκείνος στα μέρη μας την περίοδο αυτή. Στο βιβλίο του, που εκδόθηκε το 1816, εξιστορεί τις αναμνήσεις του απ' το Ιόνιο και το χαρακτήρα του Αλή Πασά κάνοντας επίσης και μία αντιπαραβολή περιοχών της αρχαίας Ελλάδας με αυτές της εποχής του. Στο κομμάτι που μιλάει για τον οικισμό μας αναφέρει 28:
...Η (αρχαία) Γυρτώνη, σήμερα αποκαλείται (Τ)Ζαροβίνα, είναι ένα μεγάλο χωριό 2 ώρες ανατολικά του Δελβινακίου. Ο Αλή Πασάς έχει ένα παλάτι εκεί, το οποίο οχύρωσε και το μετέτρεψε σε ένα είδος κάστρου με μερικά κανόνια. Δίπλα από τη (Τ)Ζαροβίνα βρίσκεται μία λίμνη εξαιρετικά βαθιά, η οποία φαίνεται ότι ήταν ο κρατήρας ενός ηφαιστείου... στον ποταμό (Τ)Ζαροβίνα (εννοεί τον Νιζερό) κοντά στην ένωσή του με τον Καλαμά υπάρχουν μεγάλοι μπαρουτόμυλοι. Η περιοχή του Δελβινακίου και το έδαφος της Ζαραβίνας είναι καλά καλλιεργημένα, αλλά η υπόλοιπη περιοχή είναι άγονη και σε έρημη κατάσταση...
Δεν γνωρίζουμε αν εδώ ο Guillaume, αναφέρεται στην αρχαία Γυρτώνη που πιστεύεται ότι ήταν στη Θεσσαλία ή σε άλλη ομώνυμη πόλη ωστόσο αυτή η ονομασία συναντάται και σε χάρτες που απεικονίζουν την αρχαιότητα, τόσο σε περιοχή εντός της σημερινής Αλβανίας όσο και αλλού.
Σε γενικές γραμμές την περίοδο που ξεκίνησε ο Αλή Πασάς τα ανοίγματά του προς τη Δύση, επισκέφθηκαν το χωριό μας σχεδόν όλοι οι ξένοι περιηγητές καθώς στις περιηγήσεις τους χρησιμοποιούσαν τον παλιό δρόμο, το «ντερβένι» που πέρναγε πάνω από τη λίμνη και σήμερα είναι το σύνορο της κοινότητάς μας με αυτή του Κρυονερίου. Την περίοδο του Αλή Πασά φαίνεται ότι το χωριό μας ήταν υπό την προστασία του (με το αζημίωτο βέβαια), γνώρισε ιδιαίτερη άνθιση και διατηρούσε μια σχετική ευημερία σε σχέση με άλλους γειτονικούς οικισμούς. Γνωστό επίσης είναι ότι, αν κι ο ίδιος αρχικά ήταν ληστής, κυνήγησε όλες τις ομάδες Τουρκαλβανών που δρούσαν ανενόχλητες κατά το παρελθόν, ενώ έδειχνε ανοχή στα χριστιανικά αισθήματα του πληθυσμού που ήταν κάτω από την κυριαρχία του (το 1789 κτίστηκε άλλωστε και το εκκλησάκι της Ευαγγελίστριας). Πέραν της γενικότερης ανάπτυξης που παρουσίασε η περιοχή των Ιωαννίνων λόγω των κυριαρχικών βλέψεών του και παρά το δεσποτικό του χαρακτήρα, η τάξη που επικρατούσε δεν είχε προηγούμενο για τα δεδομένα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, τόσο στο Πωγώνι όσο και αλλού. Οι φιλοδοξίες του όμως έθεσαν τα θεμέλια για τη ρήξη του με την Πύλη το 1820 που οδήγησε και στην πτώση του το 1822.
Ακολούθησε-όπως είναι λογικό όταν ανατρέπεται ένα καθεστώς-μια περίοδος έντονης αναρχίας απ’ τις τουρκαλβανικές ομάδες (που αρχικά είχαν τρέξει προς υπεράσπισή του) και τα αυτοκρατορικά στρατεύματα που είχαν καταλάβει τα Γιάννενα. Τα χρόνια που έπονται μέχρι το 1834 το Πωγώνι υποφέρει τα πάνδεινα από τους Αλβανούς Λιάπηδες για τους οποίους το Οθωμανικό Κράτος είτε δε διέθετε κανενός είδους διατροφή, είτε δεν ήθελε να διαθέσει και με δεδομένη την ανύπαρκτη υγειονομική μέριμνα της εποχής αποτελούσε αφενός ένα από τα αίτια για να ξεσπούν επιδημίες πανώλης κι αφετέρου οδηγούσε τους Αλβανούς στο να λεηλατούν και να έχουν κάνει κατάλυμά τους κάθε χωριό που βρισκόταν στο διάβα τους γύρω απ’ το ντερβένι 29. Μη ξεχνάμε άλλωστε ότι όλα τα γεγονότα διαδραματίζονται την περίοδο της επανάστασης με τις-όποιες- επίσημες Αρχές να έχουν εστιάσει αλλού την προσοχή τους. Εκείνη την περίοδο, λοιπόν, το 1822 και εξαιτίας όλων αυτών των συμβάντων, οι κάτοικοι του χωριού μας για να προφυλαχθούν αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τις εστίες τους στο Παληοχώρι και να μετεγκατασταθούν στη σημερινή θέση του οικισμού, πίσω από τη Γραβιά. Δυστυχώς όμως τα βάσανά τους θα αργήσει να τελειώσουν καθώς έπεται, η μεγαλύτερη-ίσως-παρακμή του οικισμού μας.
Με την μετοικεσία στη σημερινή θέση χάνεται κι ο όποιος πλούτος των κατοίκων κι οι Ζαραβινιώτες ξεκινούν απ' το μηδέν την κατασκευή του νέου τους οικισμού. Δεν είναι γνωστό αν πριν τη μετακίνηση σε αυτό το μέρος υπήρχε κάποιος συνοικισμός ή έστω μερικές καλύβες, αλλά αν λάβουμε υπόψη ότι λίγα χρόνια πριν είχε κτιστεί η Ευαγγελίστρια, ίσως κάτι να υπήρχε. Ο κάμπος της Ζαραβίνας στο Παληοχώρι, εκ των πραγμάτων, εγκαταλείπεται έστω προσωρινά και τις ανάγκες των κατοίκων καλύπτουν πλέον κι άλλες περιοχές όπως τα Αμπέλια και τα Παλιάμπελα. Αργότερα, περί το 1834, οι βοσκές του χωριού θα νοικιαστούν από τον Βαλή Ιωαννίνων, Δελβίνου & Αυλώνας σε έναν Έλληνα από την Πολύτσανη αντί ετήσιου μισθώματος 4.800 γροσιών 30.
Την περιρρέουσα ατμόσφαιρα της εποχής με την επικρατούσα ανομία, περιγράφει o Άγγλος αρχαιολόγος Richard Burgess περνώντας την 12η Μαϊου του 1834 31:
...Μετά από μία ώρα φτάσαμε στη λίμνη της (Τ)Ζαροβίνας, όχι μεγάλη, αλλά διαυγέστατη και τέλειος καθρέφτης, στην οποία αντανακλώνται οι δασώδεις λόφοι. Οι ομορφιές αυτού του τοπίου οφείλονται στα δάση δρυός που εκτείνονται σε πολλά μίλια σε κάθε λογής λόφους και βουνά. Η περιοχή αυτή ήταν διάσημη για τους ληστές της λόγω της ευκολίας να δραπετεύουν μέσα στα δάση. Τρεις μήνες πριν το πέρασμά μας, ένας Τούρκος φορτωμένος με χρήματα, πυροβολήθηκε και οι ληστές αργότερα συνελήφθησαν αλλά αναγκάστηκαν μόνο να επιστρέψουν τα χρήματα. Η δικαιοσύνη του Αλή Πασά θα ήταν πιο συνοπτική. Ένα σπίτι που έκτισε (εννοεί το Κάστρο) στέκεται ακόμα και σε μικρή απόσταση από εκεί που διαπράχθηκε ο φόνος. Ο Πασάς απολάμβανε αυτή τη ρομαντική περιοχή και αποσυρόταν σ' αυτήν μερικές φορές για να καταπραϋνει το θεριό που είχε μέσα του. Η ανομία της Αλβανίας, από τότε που εμφανίστηκε στην ιστορία, υποχρέωσε τους πιο ειρηνικούς απ' τους εχθρούς της, όπως τους πρώτους Έλληνες, να είναι οπλισμένοι έτσι ώστε τώρα (το όπλο) να θεωρείται απαραίτητο κομμάτι της εθνικής τους ενδυμασίας...
Ο-λιγότερο διάσημος απ' τους ξένους περιηγητές-Burgess, πηγαίνοντας προς το χάνι της Μόσσιορης (Σιταριά) εκτός του ότι περιγράφει χαρακτηριστικά την κατάσταση δεν κάνει καμία αναφορά, όπως είναι λογικό στο χωριό μας, απλούστατα γιατί προφανώς δεν υπήρχε τίποτα πλέον άξιο αναφοράς στο Παληοχώρι, πλην του σεραγιού του Αλή Πασά που στεκόταν σε-σχετικά-καλή κατάσταση τουλάχιστο μέχρι το 1880.
Την εικόνα της εγκαταλελειμμένης περιοχής μεταφέρει αργότερα κι ο ζωγράφος Edward Lear. O Lear επισκέπτεται το χάνι στο Παληοχώρι στις 4 Νοεμβρίου 1848 ψάχνοντας να βρει κατάλυμα για να διανυκτερεύσει ερχόμενος από το Δελβινάκι 32:
...Λίγα ανθρώπινα όντα συναντώνται σε αυτές τις μοναχικές περιοχές. Συναντάς τώρα μία ελληνική οικογένεια που μεταφέρει τα υπάρχοντά της, έναν ή δύο χωρικούς δίπλα σε μια εγκαταλελειμμένη καλύβα ή έναν ταξιδιώτη έμπορο με φορτωμένα μουλάρια και ένοπλους φρουρούς. Ο ήλιος έδυε όταν φτάσαμε σε ένα ύψωμα με θέα την κοιλάδα του Καλαμά και είδα μια μικρή λίμνη, ακριβώς κάτω από τα πόδια μου, σε ένα πανέμορφο τοπίο. Πήγα μόνος μου από την πλευρά αυτών των ήσυχων, ατάραχων, νερών απολαμβάνοντας της ήρεμες ακτές και το ευχάριστο ξύλο βελανιδιάς. Εκεί υπήρχε το κουφάρι ενός αλόγου με ένα όρνιο να στριφογυρνά από πάνω του και πολλά γεράκια στα ψηλότερα κλαδιά των δέντρων, και υπήρχαν και πολλές ταφόπλακες και δύο ή τρία μνήματα δερβίσηδων σε μία απ' αυτές τις ερημιές.
Αναφορές για τάφους έκανε κι ο Pouqueville προηγουμένως. Επίσης κοντά στον Αλέξανδρο υπάρχει τοπωνύμιο μνήμα Σάλιου, ωστόσο δεν είναι γνωστό αν οι διάσπαρτοι τάφοι οφείλονταν σε συμπλοκές ή σε κάποιο άλλο γεγονός...
Μετά το ηλιοβασίλεμα έφτασα στο χάνι της Τζεροβίνας-ένα μοναχικό, περιφραγμένο, ερειπωμένο κτίριο, καθόλου υποσχόμενο εμφανισιακά με μακρινό φόντο τη χιονισμένη οροσειρά της Πίνδου. Δυστυχώς, για διαμονή! Όλος ο μικρός χώρος στο χάνι ήταν ήδη γεμάτος από έναν χοντρό δερβίση ντυμένο στα πράσινα και λευκά και περίπου εξήντα ή ογδόντα Αλβανούς φύλακες που ταξίδευαν για το Μπεράτι ή το Αργυρόκαστρο, έτσι δεν υπήρχε κατάλυμα παρα μόνο στον ψηλό και ευρύχωρο στάβλο. Και αυτό ακόμα, 5 λεπτά πριν, μου το 'χαν αρνηθεί για διάφορα άτομα που είχαν έρθει, και όσοι δεν έβρισκαν κατάλυμα στο στάβλο κοιμόντουσαν έξω. "Bisogna adattarsi (πρέπει να προσαρμοστούν)" όπως λένε οι Ρωμαίοι: το βράδυ ήταν πολύ κρύο και ένα κακό κατάλυμα είναι καλύτερο απ' το τίποτα.
Η κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει το χάνι, όπως το αποτυπώνει ο Lear, είναι τραγική. Είναι η περίοδος λίγο πριν εγκαταλειφθεί μιας που σύντομα θα φτιαχτεί ο νέος δρόμος. Και συνεχίζει:
Μια τεράστια φωτιά είναι αναμμένη σε ένα είδος τζακιού στη μια πλευρά του διαμπερούς και μισοκατεστραμμένου κτίσματος και ο Τζόρτζιο (συνταξιδιώτης) παίρνει ό,τι φαγητό προσφέρει το χάνι, για να μη λιμοκτονήσει. Οι παρέες των Αλβανών τακτοποιήθηκαν σε διαφορετικές μεριές του κτιρίου σχηματίζοντας, μαζί με μουλάρια και άλογα, ένα εντυπωσιακό σκηνικό με τις αναμμένες φωτιές. Μόλις έφαγαν, τραγούδησαν έξαλλα όλοι μαζί για τον Zulíki (Αλβανός επαναστάτης αγνώστων λοιπών στοιχείων) ως αργά τη νύχτα, όπου αποκοιμήθηκα γρήγορα σε ένα χοντρό παλτό.
Η εικόνα της περιοχής που παρουσιάζεται απ' τους-ελάχιστους-ξένους περιηγητές που περνούν, μετά το θάνατο του Αλή Πασά, φέρνει σε κάτι σαν την Άγρια Δύση και αποτυπώνεται σε κάποιο βαθμό και στα στατιστικά στοιχεία που παρουσιάζει ο Αραβαντινός στη Χρονογραφία της Ηπείρου του 1856. Έτσι το 1853, βάσει των στοιχείων του (εικ.), η Ζαραβίνα είναι χωριό εθνικό δηλαδή ανήκει στο Οθωμανικό Δημόσιο, κατοικείται μόνο από Έλληνες και υπάγεται-διοικητικά-στην Πωγωνιανή και εκκλησιαστικά στην Ι.Μ. Δρυϊνουπόλεως, απαριθμώντας 20 οικίες, 32 στέφανα (αντρόγυνα) και συνολικά 223 κατοίκους 33. Αν κι ο τρόπος υπολογισμού των κατοίκων, τον οποίον αποδέχονται οι Πωγωνήσιοι συγγραφείς, είναι μάλλον άστοχος, δε πρέπει να έχει ωστόσο μεγάλη διαφορά από την πραγματικότητα.
Την ίδια περίοδο περίπου, γύρω στο 1850 με 1860 αρχίζει να κατασκευάζεται και η νέα οδική αρτηρία που ενώνει τα Ιωάννινα με την Κακαβιά μέχρι και σήμερα, με μικρές μόνο διαφοροποιήσεις. Η κατασκευή του δρόμου πρέπει να συμπίπτει αφενός με την εγκατάλειψη που συντελείται στο χάνι του Παλιοχωρίου και αφετέρου με τη μεταγενέστερη κατασκευή του νέου στη λίμνη. Το Χάνι της Ζαραβίνας ήταν δίπλα απ' τον καινούριο δρόμο, συνδεόταν με το παλιοντέρβενο από το δρομάκι που οδηγεί στο δάσος (πέριξ της λίμνης) και υπήρξε σπουδαίος συγκοινωνιακός σταθμός καθότι βρισκόταν στα μέσα της διαδρομής Γιάννενα-Αργυρόκαστρο και είχε θέα στη λίμνη της Ζαραβίνας. Σ' αυτό το πανδοχείο έβρισκαν ξεκούραση τα διάφορα καραβάνια κιρατζήδων και ταξιδιωτών και απολάμβαναν το έξοχο ψάρι της λίμνης 34, ενώ η συνεισφορά του στον πολιτισμό και στο εμπόριο της τοπικής κοινωνίας ήταν πολύ σπουδαία καθώς οι χωρικοί των τριγύρω οικισμών έρχονταν σε επαφή με κατοίκους άλλων-μακρινών-περιοχών. Πολλές φορές μάλιστα τα χάνια λειτουργούσαν και ως γραφεία κίνησης και εύρεσης εργασίας ή και ως πρακτορεία 35.
Eικ. 6 & 7 Το Χάνι της Ζαραβίνας στα μέσα του περασμένου αιώνα και ό,τι έχει απομείνει σήμερα...
Αργότερα το 1900, την περίοδο που το χωριό (μαζί με το Κρυονέρι) είχε ήδη γίνει ήδη τσιφλίκι των Μεντζαίων απ' τη Βήσσανη, το χάνι είχε ενοικιαστεί σε έναν Αλβανό ονόματι Τεφήκ και στιγματίστηκε ως καταφύγιο ληστών που ως αποκλειστικό σκοπό είχαν την λεηλασία των πέριξ οικισμών 36. Στο Χάνι Ζαραβίνας έμειναν για αρκετά χρόνια και οι μπεξήδες των τσιφλικάδων Τεφήκ και Μεμχέτ, που ενέπνεαν φόβο και τρόμο στα δύο χωριά, για να είναι κοντά στις καλλιέργειες και να μαζεύουν το "γήμορο" 37 (στο χωριό, το γήμορο συγκεντρωνόταν στο Κονάκι, στο δυτικό κομμάτι του οικισμού, με τα ερείπια του να υπάρχουν ακόμη). Το Χάνι επίσης χρημάτισε και ως τόπος συγκέντρωσης των κατοίκων των γειτονικών οικισμών για να προϋπαντήσουν τις επίσημες οθωμανικές αρχές και αργότερα τις ελληνικές (εικ. 6), όταν εκείνες επισκέπτονταν τον τόπο μας. Κατά την απελευθέρωση του 1913, λεηλατήθηκε από σύμπραξη Αλβανών και του-τακτικού-Οθωμανικού στρατού ενώ στα χρόνια της Κατοχής βρέθηκε στο επίκεντρο της σύρραξης όπου παραπέρα έδρευε ένας γερμανικός λόχος. Τα ερείπιά του σώζονταν μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1960. Σήμερα το μόνο που έχει απομείνει να θυμίζει το χάνι είναι ένα κομμάτι του εξωτερικού τειχίου.
Eικ. 8 & 9 Φωτογραφίες το απ' το μακρινό 1913
Η κατασκευή του νέου δρόμου δημιούργησε και νέες ανάγκες, έτσι ανατέθηκε στους κτίστες Γεώργιο Γκάσιο από την Καστάνιανη της Κόνιτσας και τους Μάρκο Δημάρατο και Αντώνιο Λίντα από την Βούρμπιανη, η κατασκευή μιας σύγχρονης γέφυρας. Για την ακριβή χρονολογία κατασκευής της πέτρινης γέφυρας υπάρχουν διάφορες εκδοχές. Ο Χαράλαμπος Πλόσκας από τα Κ. Ραβένια πιθανολογεί ότι κτίστηκε το 1869 με την σκυρόστρωση του νέου δρόμου 40 ωστόσο ο-παρατηρητικός-Λαμπρίδης δεν κάνει καμία μνεία για γέφυρα στους Αγίους στο βιβλίο του για το Πωγώνι που εκδόθηκε λίγο αργότερα. Το πιο πιθανό είναι να κατασκευάστηκε το 1885 καθότι πρωτύτερα υπήρχε ξύλινη γέφυρα, η οποία παρασύρθηκε από τα νερά το 1882 41. Η τετράτοξη γέφυρα είχε μήκος 115 μέτρα, πλάτος 7μ, άνοιγμα τόξου 25μ και υψωνόταν 15μ. πάνω απ' την κοίτη του ποταμού Γορμού. Επιβλητική γέφυρα για τα δεδομένα της εποχής, εκ των πραγμάτων δε διέθετε τη-γνωστή-ανάταση των άλλων ηπειρώτικων γεφυριών. Εξυπηρέτησε πιστά τους διερχόμενους για 62 χρόνια ξεπερνώντας τον πρώτο πόλεμο χωρίς όμως να αντέξει και τον δεύτερο... Η γέφυρα από το 1940 μέχρι το 1947, ανατινάχτηκε 3 φορές:
Αργότερα αντικαταστάθηκε από μία γέφυρα, τύπου Μπέλεϋ ενώ από το 1961 και μετά η είσοδος στην περιοχή μας γινόταν κάτω από το-περίφημο-Ασκηταριό των Αγίων, μέχρι τις αρχές της χιλιετίας. Τότε, το 2002, κατασκευάστηκε η νέα-σύγχρονη-γέφυρα δίπλα απ' τα ερείπια της παλιάς, που είναι εμφανή ακόμα.
Eικ. 10 & 11 Γαλλική φωτογραφία της γέφυρας το 1917 & φωτογραφία κατά την επισκευή απ' τους Ιταλούς 41, 42
Το 1860, για τον Στούπη, η Ζαραβίνα και το Κρυονέρι αποτελούν τα φτωχότερα χωριά της περιοχής 43 ενώ ήδη από το 1875, η Οθωμανική Αυτοκρατορία έχει αρχίσει και βάζει πωλητήρια σε διάφορες περιοχές της. Μέσα σ' αυτό το πλαίσιο η Ζαραβίνα ως αυτοκρατορικό τμήμα (τσιφλίκι) βγαίνει στο... σφυρί (και την ακολουθεί το Κρυονέρι)! Στον πλειστηριασμό που γίνεται πλειοδοτούν, κατά τα φαινόμενα, οι Βησσανιώτες Γεώργιος Μέντζος, Μιχαήλ Μέντζος (τροφοδότης του οθωμανικού στρατού κατά τον ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1877-78, τιμημένος με παράσημο για τη συνεισφορά του και -εκ των πραγμάτων- πανίσχυρος για τα δεδομένα της περιοχής 44), Νικόλαος Μέντζος και Αθανάσιος Κοκκάλης αποκτώντας την, κατά πλήρη συγκυριότητα 1/4 εξ αδιαιρέτου. Αργότερα ο Κοκκάλης, φαίνεται, ότι πούλησε το μερίδιό του στους Αδελφούς Μέντζου. Η αγοραπωλησία του χωριού, βάσει των ισχυρισμών τους, ολοκληρώνεται με το υπ. αρίθμ. 9999/1885 κτηματικό συμβόλαιο (ταπί) ενώ το "αγρόκτημα" της Ζαραβίνας (μαζί με τη λίμνη) οριοθετείται μετέπειτα με το υπ. αρίθμ. 11233/1888 αυτοκρατορικό τίτλο του σουλτάνου Αβδούλ Χαμίτ Β' (عبد الحميد الثانی).
Ο γιαννιώτικος τύπος της εποχής (Φωνή της Ηπείρου, αρ. φυλ. 346/17.09.1899) ξεσπαθώνει 45:
...Πρόκειται περί των δύο χωρίων Ζαροβίνας και Κρυονέριου, τα οποία παρανόμως και παρά τας διαταγάς της αυτοκρατορικής κυβερνήσεως ηγόρασεν ο εκ Βήσσανης Μέντζος ή Ψεύδης... η διαγωγή των Ψευδαίων προς τους ατυχείς κατοίκους Ζαροβίνης και Κρυονερίου είναι εγκληματική και σκοπόν έχει να καταστρέψει τα δύο αυτά χωριά... τους αφήρεσεν όλα αυτά (οικίες, ζώα, κτήματα κλπ) και τους καταπιέζει τόσον, ώστε ευρίσκονται εις την ανάγκην να μεταναστεύσουν οι άνθρωποι και να φύγουν από την Ήπειρον... φέτος προσετέθη κι ο μουλτεζίμης εις τον οποίον ενοικίασε τα χωρία είνε ο γνωστός Τεφήκ και Μεχμέτ από Αργυρόκαστρο αληθείς τύραννοι των δύο χωρίων. Προ ημερών εκακοποίησαν γυναίκας τίνας εκ Ζαροβίνης δι' εντελώς ανυπόστατον αιτίαν και μόνο όπως δείξωσι την απανθρωπίαν των. Μετά τρεις ημέρας εκ προμελέτης επετέθησαν εναντίον κάποιου Παππά (βλ. παρακάτω) δια λίθων και ξύλων και τον άφηκαν ετοιμοθάνατον... Ναι μεν το δίκαιον των πρέπει να το ζητησώσιν από τα δικαστήρια αλλά όπως είπομεν οι Ζαροβινιώται και Κρυονερίται είναι απλοί άνθρωποι, οι δε Τεφήκ και Μεχμέτ έχουν πολλούς φίλους εις τους οποίους προσθέτει την υποστήριξιν του και ο ιδιοκτήτης των χωρίων Ψεύδης όστις ένεκα του πλούτου έχει πολλά μέσα και εις την Κωνσταντινούπολιν ακόμη και κατορθώνει να μην εισακούωνται ποτέ τα παράπονα των κατοίκων. Με αυτά τα μέσα κατόρθωσε και ηγόρασε τα δύο χωρία. Εδωροδόκησε το συμβούλιον της Βοστίνης, έβαλε μέσα και εις την Κωνσταντινούπολιν και ενώ η Κυβερνητική διαταγή έλεγε να επικυρώνηται η πώλησις εις τους ίδιους κατοίκους, εάν ζητώσιν αυτοί την εξαγοράν, ο Ψεύδης κατόρθωσε να επικυρωθή η πώλησις εις αυτόν και να αδικηθώσιν οι δύο Κοινότητες, να κατατυραννώνται δε εκτότε και να μην ευρίσκωσι προστασίαν ούτε από δικαστήριο , ούτε από βαλή, ούτε από κατή, ούτε από κανέναν άλλον...
Σύμφωνα με τη νομοθεσία που ίσχυε οι τσιφλικούχοι είχαν αποκτήσει την κυριότητα σε όλες τις γαίες και τα σπίτια του χωριού, καθώς ό,τι υπέρκειται της γης ανήκει εις αυτόν που την κατέχει... Έτσι όποτε ήθελαν, έπρατταν κατά το δοκούν. Σώζονται πολλά έγγραφα, με τα οποία συγχωριανοί μας αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τη Ζαραβίνα είτε επειδή είχαν κάνει το λάθος να μην έχουν πάρει τη συγκατάθεση των τσιφλικάδων για να κατοικήσουν... στον τόπο τους 46 είτε επειδή... άνοιγαν πολύ το στόμα τους 47, όπως ο Βαγγέλης Παππάς (εικ. 10) που εγκαταστάθηκε στα Κάτω Ραβένια και οι απόγονοί του σώζονται εκεί έκτοτε.
Eικ. 12 Οθωμανική διαταγή του 1899, με τη βούλα του Μουχτάρη Ζαραβίνας, καλεί τον Β. Παππά να εγκαταλείψει τον τόπο του 48
Παράλληλα, εξελίσσονταν κωμικοτραγικές καταστάσεις λόγω διενέξεων με γειτονικούς οικισμούς για τα όρια της Ζαραβίνας. Έτσι για παράδειγμα, σύμφωνα με τη Φωνή της Ηπείρου της 10.06.1894 (αρ. φυλ. 10), ο Μιχάλης Μέντζος είχε φυτεύσει λεύκες πάνω από τη λίμνη, στο Δελβινακιώτικο, για να οικειοποιηθεί εκείνο το τμήμα προς όφελος της Ζαραβίνας (δηλαδή της περιουσίας του) με τις Δελβινακιώτισσες να πηγαίνουν βράδυ και να τις ξεριζώνουν με αποτέλεσμα μετέπειτα να φυλακιστούν 49! Εξίσου εξωφρενικά ήταν και τα όσα συνέβαιναν με τον άλλο-"μεγάλο"-γείτονα μας, τη Βήσσανη, τόπο καταγωγής τους μάλιστα. Έτσι το 1895-96, δημιουργείται επεισόδιο στην Καρίτσα όπου οι Βησσανιώτες κατηγορούν τον Μέντζο ότι συνένωσε βησσανιώτικα χωράφια με αυτά της Ζαραβίνας, υφαρπάζοντας έτσι βησσανιώτικη περιουσία προς ίδιον όφελος 50, 51. Η διένεξη που έφτασε μέχρι την Υψηλή Πύλη (με τους δημογέροντες της Ζαραβίνας και του Κρυονερίου να παίρνουν το μέρος του Μέντζου κατηγορώντας τους Βησσανιώτες ότι ψεύδονταν, για ευνόητους λόγους 14, 52) λύθηκε αργότερα με κυβερνητική διαταγή που τον δικαίωνε 53!
Η φτώχεια και η υφιστάμενη κατάσταση στο χωριό μας οδηγεί πολλούς συγχωριανούς μας στο να πάρουν το δρόμο της ξενιτιάς. Άλλοι πηγαίνουν στην Κωνσταντινούπολη και άλλοι στην Αθήνα και όλοι συνεισφέρουν όπως και όσο μπορούν. Έτσι, από το 1880 ξεκινούν οι διεργασίες για την ίδρυση ενός φορέα συντονισμού των απόδημων του οικισμού και καρπός αυτής της προσπάθειας είναι η ίδρυση της Φιλεκπαιδευτικής Αδελφότητας Ζαροβίνης που λαμβάνει επίσημη μορφή το 1899, με πρωτοστατούντες τους αείμνηστους Βασίλειο Κολιόπουλο και Παναγιώτη Θάνο. Από την ίδρυσή της μέχρι και σήμερα, η Αδελφότητα συνεχίζει να αποτελεί τον συνδετικό κρίκο αποδήμων και κατοίκων του οικισμού με βασικό σκοπό την εξυπηρέτηση των αναγκών του αγαπημένου μας χωριού και τη γενικότερη βελτίωση της ποιότητας ζωής εντός των ορίων του, μέσω της συνεισφοράς ή της ανάληψης, εξ ολοκλήρου της δαπάνης διαφόρων έργων από το υστέρημα όλων των Ζαραβινιωτών.
Εικ. 13 & 14 Η Αδελφότητα της Ζαραβίνας στις αρχές του περασμένου αιώνα
Οι αρχές του νέου αιώνα βρίσκουν την περιοχή σε έναν γενικότερο αναβρασμό ενώ οι απέλπιδες προσπάθειες της Αυτοκρατορίας για-κάποιου είδους-εκδημοκρατισμό θα πέσουν στο κενό καθώς οι ανολοκλήρωτες εθνικές επαναστάσεις της προγενέστερης εποχής είναι ακόμα σε αναμονή. Το 1907, με δαπάνες του κληροδοτήματος Βασιλείου Μελά, κτίζεται το νέο σχολείο μας, ενώ το 1909 με μέριμνα της Αδελφότητας ανεγείρεται η σημερινή μας, κεντρική εκκλησία, ο "Άγιος Γεώργιος". Το ίδιο έτος και μετά το σύνταγμα των Νεότουρκων είναι η πρώτη-και τελευταία-φορά που θα πραγματοποιηθούν εκλογές στην περιοχή μας, στα πλαίσια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, με τους κατοίκους να ψηφίζουν σε εκλογικό τμήμα στη Βήσσανη μαζί με αυτούς του Κρυονερίου.
Το ξέσπασμα του Α' Βαλκανικού Πολέμου θα βρει συνασπισμένα όλα τα έθνη της νότιας βαλκανικής πλην του Αλβανικού και αυτό το γεγονός θα το πληρώσει ακριβά για ακόμη μία φορά το χωριό μας. Στα τέλη Οκτωβρίου του 1912, σύμπραξη Οθωμανικού στρατού και άτακτων Αλβανών θα λεηλατήσει όλο το χωριό που εκείνη την εποχή απαριθμούσε 56 οικίες. Απ' τη λεηλασία δε θα γλιτώσει ούτε το σχολείο, απ' το οποίο αφού αφαίρεσαν ότι πολύτιμο βρήκαν, έβαλαν φωτιά και το έκαψαν. Την ίδια τύχη είχαν και τα υπόλοιπα σπίτια του οικισμού, ενώ οι-περίπου-250 κάτοικοι της Ζαραβίνας, έντρομοι και σε άθλια κατάσταση κατέφυγαν στη Βήσσανη όπου και βρήκαν καταφύγιο στα δύο σχολεία 55. Η απελευθέρωση στις 25 Φεβρουαρίου του 1913 (εικ. 8) θα βάλει τέλος σε μια μαύρη περίοδο που κράτησε σχεδόν έναν αιώνα και κατά την οποία το χωριό λεηλατούνταν κατ' εξακολούθηση αλλά δε θα λύσει κι όλα τα προβλήματα.
Τους Βαλκανικούς Πολέμους ακολουθεί ο Α' Παγκόσμιος. Στις 31 Ιανουαρίου 1917, οι Ιταλοί στα πλαίσια επέμβασης τους για τη δημιουργία προτεκτοράτου στην Αλβανία, εισέρχονται σε ελληνικό έδαφος και καταλαμβάνουν τα χωριά πέριξ του δρόμου, μεταξύ των οποίων και το δικό μας, ενώ προσωρινά καταλαμβάνουν και τα Ιωάννινα (26/05/1917 - 10/09/1917). Και ενώ στα τέλη Σεπτεμβρίου του 1917 έχουν επιστρέψει όλα τα ελληνικά εδάφη, "ξεχνούν" να επιστρέψουν το Πωγώνι το οποίο συνεχίζουν να κατέχουν για σχεδόν 3 χρόνια ακόμα μέχρι τον Νοέμβριο του 1919 εγκαθιστώντας στο μεσοδιάστημα δικές τους αρχές. Εν μέσω ιταλικής κατοχής και αναμένοντας την αποχώρησή τους, το ελληνικό κράτος προβαίνει στη σύσταση δήμων και κοινοτήτων στο Ν. Ιωαννίνων με Βασιλικό Διάταγμα που καταχωρείται στο ΦΕΚ 184/Α της 19ης Αυγούστου 1919, όπου και δημιουργείται η Κοινότητα της Ζαραβίνας μέχρι αυτή να μετονομαστεί αργότερα, το 1928, σε Λίμνη.
Η ιδιοκτησιακή κατάσταση του οικισμού μας, όμως παρόλ' αυτά, συνεχίζει να υφίσταται μέχρι και το 1923 όπου τότε εκδίδεται η υπ. αριθμ. 52520/16-8-1923 απόφαση του Υπ. Γεωργίας, περί απαλλοτριώσεων, όπου και γίνεται πράξη με την υπ. αριθμ. 16/1926 απόφαση της Επιτροπής Απαλλοτριώσεων Ιωαννίνων. Η συγκεκριμένη απόφαση όμως εξαιρούσε 3.117 στρέμματα, από τα 10.897 της Κοινότητας Ζαραβίνας, τα οποία θεωρούνται μέχρι και σήμερα ως ιδιοκτησία των κληρονόμων των αδελφών Μέντζου με βάση τους τίτλους ιδιοκτησίας που αναφέρθηκαν προηγουμένως δημιουργώντας έτσι τεράστια προβλήματα στην κοινότητα. Παράλληλα εντός αυτών των εκτάσεων συμπεριλαμβανόταν και η λίμνη της Ζαραβίνας, που ως γνωστόν πέρασε τελεσίδικα στο Δημόσιο μόλις το 2011! Ακόμα χειρότερη κατάσταση επικράτησε στο Κρυονέρι όπου εκεί είχε προηγηθεί η υπ. αριθμ. 32/1925 απόφαση της Ε.Α. Ιωαννίνων όπου εξαιρούσε της απαλλοτρίωσης 4.800 στρέμματα από τα περίπου 6.000 της συνολικής έκτασης του γειτονικού οικισμού!
Το 1934 ολοκληρώνεται η διανομή του αγροκτήματος στους κατοίκους αλλά εξακολουθούν να υφίστανται προβλήματα με την υλοτόμηση διαφόρων περιοχών του χωριού. Τα χρόνια που ακολουθούν είναι σχετικά ήρεμα ενώ παρατηρείται μια εντυπωσιακή αύξηση του πληθυσμού που όμως θα ανακοπεί απότομα από τα όσα θα επακολουθήσουν στα χρόνια της κατοχής και του εμφυλίου.
Ύστερα από 21 χρόνια οι Ιταλοί εμφανίζονται και πάλι μπροστά στα μάτια των κατοίκων του χωριού μας την 29η Οκτωβρίου 1940 αλλά αυτή τη φορά με πιο άγριες διαθέσεις. Θύμα των βομβαρδισμών πέφτει η παλιά εκκλησία, ο "Άγιος Γεώργιος" που καταστρέφεται ενώ το ίδιο θα συμβεί αργότερα και με την Αγία Παρασκευή, την οποία οι Ιταλοί θα την γκρεμίσουν για να επισκευάσουν την πέτρινη γέφυρα στο Γορμό που ανατίναξε ο Ελληνικός Στρατός κατά τη φασιστική εισβολή. Οι Ιταλοί θα παραμείνουν στο χωριό για 3 βδομάδες έως τις 20 Νοεμβρίου του 1940, όπου θα απελευθερωθεί από το 1/40 Τάγμα Ευζώνων της -ένδοξης- VIII Μεραρχίας, με τον 2ο Λόχο (επικεφαλής ο Υπολοχαγός Ματθαίος Καραμπούλας) να επιτίθεται κάτω από τον οικισμό και ουλαμό του 3ου Λόχου (υπό τον Λοχαγό Λέανδρο Δασκαλόπουλο) να κατεβαίνει από τη Βήσσανη συλλαμβάνοντας 100 Ιταλούς για αιχμαλώτους.
Εικ. 15 Χάρτης επιχειρήσεων Ε.Σ. 56
Το φιάσκο των Ιταλών, αναγκάζει τους Γερμανούς τον Απρίλιο του 1941 να επιτεθούν, όπου δυστυχώς μέσα σε 2 εβδομάδες καταρρέει όλο το μέτωπο. Στις 26 Απριλίου του 1941 παραδίδεται ο οπλισμός της VIII Μεραρχίας στους Γερμανούς ενώ αργότερα δίδεται εντολή στους κατοίκους όλων των χωριών του Πωγωνίου να παραδώσουν τον κυνηγητικό τους οπλισμό αλλιώς θα τουφεκίζονταν.
Τη διοίκηση της περιοχής αναλαμβάνει το 26ο Ιταλικό Σώμα Στρατού υπό τον στρατηγό Guido della Bonna με έδρα τα Ιωάννινα, ενώ στη Βήσσανη εγκαθίσταται τοπικό τμήμα καραμπινιερίας. Το χειμώνα το 1941-42 ξεσπά ο φοβερός λιμός, σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη ενώ ο πληθωρισμός καλπάζει σε δυσθεώρητα επίπεδα. Το χρήμα χάνει εντελώς την αξία του και μέσο συναλλαγής στην περιοχή μας γίνεται το... καλαμπόκι! Δεκάδες συγχωριανοί που ζούσαν σε αστικά κέντρα επιστρέφουν και ξεκινούν την καλλιέργεια σε χωράφια, αμπέλια, κήπους κ.λπ ενώ το εμπόριο με τη Β. Ήπειρο γίνεται ελεύθερα αφού τα ελληνοαλβανικά σύνορα είναι ανοιχτά. Καθ' όλη τη διάρκεια της κατοχής, οι Ιταλοί θα κρατήσουν μια μετριοπαθή στάση και λίγες είναι οι φορές που θα προκαλέσουν. Χαρακτηριστικό είναι ότι ο Γερμανός ταγματάρχης Harald von Hirschfeld * που υπηρετούσε εκείνον τον καιρό στη διαβόητη, 1η Ορεινή Μεραρχία (Εντελβάις) έλεγε για τους Ιταλούς ότι ήταν 57:
...σε τρομακτικό λήθαργο... με την ετοιμότητά τους για δράση να είναι σχεδόν ανύπαρκτη και η στάση τους μοιρολατρική...
Στις αρχές του 1942 θα κάνουν την εμφάνιση τους στην περιοχή, οι 2 μεγαλύτερες αντιστασιακές οργανώσεις, το Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο (ΕΑΜ) ενώ λίγο αργότερα θα εμφανιστεί κι ο Εθνικός Δημοκρατικός Ελληνικός Σύνδεσμος (ΕΔΕΣ). Η συντριπτική πλειονότητα των κατοίκων του χωριού θα ενταχθεί στο πλευρό του ΕΑΜ, όπως και στα υπόλοιπα γειτονικά χωριά σε ποσοστά που άγγιζαν το 85% 58 ή και παραπάνω 59 καθώς ήταν η πρώτη αντιστασιακή οργάνωση που εμφανίστηκε στην περιοχή. Πολλοί θα συμμετάσχουν αργότερα, μέσα του 1943, τόσο στον μόνιμο όσο και στον εφεδρικό ΕΛΑΣ, ενώ οι υπόλοιποι συγχωριανοί θα πλαισιώσουν τις υπόλοιπες οργανώσεις του ΕΑΜ, όπως την ΕΠΟΝ που εντάσσονταν οι νεολαίοι. Παρόλα αυτά συγχωριανοί μας θα ενταχθούν και στον ΕΔΕΣ, με πολύτιμη συνεισφορά σε πλειάδα αντιστασιακών πράξεων κατά την Κατοχή που όμως δεν είχε δυνάμεις στα μέρη μας.
Το ΕΑΜ, θα δημιουργήσει νέες δομές "λαϊκής" αυτοδιοίκησης στις περιοχές ελέγχου του. Η διοίκηση του χωριού εξασκούνταν υπό 5μελή επιτροπή, που αντικατέστησε το κοινοτικό συμβούλιο, ενώ γίνονταν Γενικές Συνελεύσεις των κατοίκων τουλάχιστο μια φορά το μήνα. Στο χωριό υπήρξε ακόμα και ένας θεσμός δικαιοσύνης, το Λαϊκό Δικαστήριο, που πλαισιωνόταν από τους πιο έντιμους όπου λύνονταν και οι -όποιες- μικροδιαφορές των κατοίκων με αντικειμενικό σκοπό το συμβιβασμό. Παράλληλα, καθ' όλη τη διάρκεια της Κατοχής, περιοδεύοντες θίασοι έδιναν παραστάσεις από χωριό σε χωριό ενώ το φρόνημα των κατοίκων διατηρούνταν σε υψηλό επίπεδο μέσω διαφόρων ομιλιών, εθνικού και κοινωνικού περιεχομένου, που δίνονταν ανά τακτά χρονικά διαστήματα. Ποτέ άλλοτε το χωριό μας δε θα γνωρίσει τέτοια άνθιση, τόσο πληθυσμιακά όσο και πολιτισμικά, ενώ το ότι δεν ήμασταν σε στρατηγικό σημείο θα βοηθήσει στο να μην έχουμε τη μοίρα που είχαν οι γειτονικοί οικισμοί (σκεφτείτε να ήμασταν ακόμα στο Παληοχώρι...).
Επιχειρησιακά, από τον Απρίλιο του 1943, η περιοχή μας ήταν στη δικαιοδοσία του 15ου Συντάγματος, της VIII Μεραρχίας του ΕΛΑΣ που έδρευε στον Κασιδιάρη και τροφοδοτούνταν κυρίως απ' τα χωριά της Λάκκας Πωγωνίου (στη Βήσσανη είχε την έδρα του αργότερα κι ο 10ος Λόχος του ΙΙΙ τάγματος). Βασικοί του σκοποί ήταν οι κάτωθι:
Αν και δεν είχε τη δύναμη που είχε ο ΕΛΑΣ σε άλλες περιοχές, προέβη σε αρκετές ενέργειες κατά των Ναζί και των Ιταλών. Κορυφαία στιγμή αντιστασιακής πράξης και συνεργασίας των 2 οργανώσεων στα περίχωρά μας, ήταν η ανατίναξη της γέφυρας στον Γορμό τον Ιούνιο του 1943 στα πλαίσια παραπλάνησης των Γερμανών, για τη συμμαχική απόβαση στην Ευρώπη (επιχείρηση ANIMALS), που όπως σημειώνει ο Στέφανος Σαράφης στα απομνημονεύματά του, ουσιαστικά επρόκειτο για ευρείας κλίμακας σαμποτάζ στις περιοχές που ήλεγχε ο ΕΛΑΣ στη χώρα 60. Αντίστοιχη δράση ανέλαβε κι ο ΕΔΕΣ στις περιοχές που είχε την πρωτοκαθεδρία. Στην ανατίναξη της γέφυρας συμμετείχαν και συγχωριανοί μας, του εφεδρικού ΕΛΑΣ και του ΕΔΕΣ 61.
Το πιο σημαντικό συμβάν όμως έγινε στις 3 Αυγούστου του 1944 όταν διλοχία του 15ου συντάγματος χτύπησε μια φάλαγγα των Γερμανών, στο Χάνι Δελβινάκι, σκοτώνοντας 7 Γερμανούς (ίσως και παραπάνω, καθώς και Αλβανούς μαυραγορίτες), αιχμαλωτίζοντας 5 και παίρνοντας ως λάφυρα διάφορα υλικά για τις ανάγκες των ανταρτών **. Δέκα μέρες αργότερα οι Γερμανοί, με πρόσχημα τη δράση των ανταρτών και καθοδηγούμενοι από ντόπιους προδότες θα μπουν στα χωριά της Λάκκας και θα τα ρημάξουν. Το 15ο Σύνταγμα εκείνη την εποχή βρισκόταν σε μάχες με δυνάμεις του ΕΔΕΣ που είχαν επιτεθεί νοτίως του Καλαμά με αποτέλεσμα οι Γερμανοί να μη συναντήσουν σοβαρή αντίσταση 62. Θα κάψουν σπίτια σχεδόν σε κάθε οικισμό, θα εκτελέσουν δεκάδες ενώ το μαρτυρικό Κεράσοβο θα το παραδόσουν στις φλόγες απ' άκρη σε άκρη με τη μανία τους να μη σταματάει εκεί. Θα συγκεντρώσουν όσους δεν μπόρεσαν να ξεφύγουν, θα τους οδηγήσουν σε μια σπηλιά, τη λεγόμενη Χτικιαρότρυπα, οπου φύλαγαν οι Κερασοβίτες τις προμήθειές τους ("άγνωστο" πως ήξεραν για αυτήν) και αφού βάλουν φωτιά, θα τους εκτελέσουν όλους και θα τους πετάξουν μέσα. Συνολικά 28 άτομα θα χάσουν τη ζωή τους εκείνες τις ημέρες στο γειτονικό χωριό. Η ναζιστική θηριωδία όμως δε θα μείνει ατιμώρητη. Τάγμα του 27ου Συντάγματος της ΙΧ Μεραρχίας του ΕΛΑΣ (που είχε έρθει για υποστήριξη στο 15ο σύνταγμα όταν δεχόταν την επίθεση των ΕΔΕΣιτών) θα στήσει ενέδρα στους Γερμανούς στο χάνι όπου στις 2-3 Σεπτέμβρη του 1944 θα πάθουν πανωλεθρία με 23 νεκρούς, 1 αιχμάλωτο και αρκετά κατεστραμμένα οχήματα 63. Απ' τις 15 Οκτωβρίου 1944, αρχίζει η αποχώρηση των Γερμανών ενώ στις 22 Οκτωβρίου 1944 θα πέσει σε μάχη με τους Γερμανούς στο Ωραιόκαστρο, ο τελευταίος νεκρός αντάρτης στην Ήπειρο, ο Ιωάννης Μπίλλης από το Ψηλόκαστρο (Κολοδαί) 64.
Εικ. 16 & 17 Το Μνημείο Πεσόντων στο χωριό μας (πάνω) & κατάθεση στεφάνου από την Αδελφότητα μας στο Κεράσοβο, το 2019
Για τον Εμφύλιο έχουν γραφτεί πολλά και ακόμα περισσότερα έχουν ειπωθεί. Δε χρειάζεται να αναφερθούμε ονομαστικά σε πρόσωπα και γεγονότα, για ευνόητους λόγους, παρά μόνο στην περιρρέουσα ατμόσφαιρα της εποχής και στο παρελθόν του διχασμού. Άλλωστε οι γηραιότεροι συντοπίτες που γνωρίζουν θα κάνουν εύκολα το συσχετισμό προσώπων-καταστάσεων.
Τα βαθύτερα αίτια αυτού του αβυσσαλέου μίσους, των εκατέρωθεν ρεβανσιστικών πράξεων (και των -μετέπειτα- εγκλημάτων) που μέσες-άκρες αποδέχονται και οι 2 πλευρές, συνοψίζονται στα κάτωθι:
Εικ. 18 Αρχαιοελληνικοί... χαιρετισμοί σε γυμναστικές επιδείξεις στη Βήσσανη, την περίοδο του Μεταξά (1938) 65
Μέσα σ' αυτό το όργιο αδικίας, αυθαιρεσίας και τρομοκρατίας εγκαθίσταται στην περιοχή μας, μετά τη Βάρκιζα, την άνοιξη του 1945, το 529 Τάγμα Εθνοφυλακής, δύναμης 600 ανδρών 74. Απ' τις πρώτες ενέργειες που κάνει είναι η επίβλεψη της παράδοσης οπλισμού του 15ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ, ενώ αργότερα θα αναλάβει δράση και με την κατηγορία της απόκρυψης οπλισμού θα προβεί σε δεκάδες συλλήψεις και βασανισμούς 75, 76. Από τον Αύγουστο του 1946 αρχίζουν να εμφανίζονται στο χωριό μας αντάρτικες ομάδες των 5-10 ατόμων, τα πρώτα τμήματα του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας, προσεγγίζοντας -πρώην- ΕΛΑΣίτες χωρίς σπουδαία όμως αποτελέσματα καθώς οι περισσότεροι είτε ήταν κουρασμένοι από τις κακουχίες και τους συνεχείς αγώνες, είτε είχαν τρομοκρατηθεί απ' την Εθνοφυλακή, είτε απλά δε συμφωνούσαν. Το Φθινόπωρο του 1946, στα πλαίσια αντιμετώπισης του Δημοκρατικού Στρατού που μόλις είχε δημιουργηθεί (28 Οκτωβρίου 1946 77), η κυβέρνηση ίδρυσε τις Μονάδες Ασφαλείας Υπαίθρου, τους γνωστούς ΜΑΥδες, οι οποίες στελεχώθηκαν από χωρικούς και εξοπλίζονταν από την Εθνοφυλακή με την οποία βρίσκονταν σε αγαστή συνεργασία. Ουσιαστικά, επρόκειτο για μισθοφόρους, που περιφρουρούσαν την "εθνικοφροσύνη" του χωριού απαγορεύοντας κάθε κομμουνιστική δραστηριότητα. Στους ΜΑΥδες εντάχθηκαν, παλιοί ΕΔΕΣίτες αλλά και πρώην ΕΑΜίτες, ωστόσο η αποτελεσματικότητά τους αποδείχθηκε πενιχρή καθώς αφοπλίζονταν εύκολα απ' τους αντάρτες.
Από το 1947 και κυρίως το 1948, φουντώνει το αντάρτικο και τα γεγονότα παίρνουν δραματική τροπή με τον ΔΣΕ να ναρκοθετεί μεγάλο μέρος της περιοχής, κίνηση η οποία θα αποφέρει αρκετές απώλειες στην κυβερνητική πλευρά (και δυστυχώς κι αμάχων αργότερα). Η παραλαβή των τραυματιών (ή και νεκρών) γινόταν στο Χάνι Ζαραβίνας όπου έρχονταν ασθενοφόρα και τους παραλάμβαναν. Σχεδόν ταυτόχρονα ανατινάζει την πέτρινη γέφυρα στους Αγίους, προς οχύρωση του Πωγωνίου και έτσι αποκόπτεται κάθε επαφή με τα Γιάννενα. Η αδυναμία αντιμετώπισης της κατάστασης στην χώρα, τόσο από τον κυβερνητικό στρατό, όσο και απ' τα υπόλοιπα σώματα που έχει αναπτύξει, αναγκάζει την κυβέρνηση στην επιστράτευση με -γενική- κλήση κλάσεων. Έως τότε ελεγχόταν το μητρώο των στρατευμένων. Έτσι δεκάδες άτομα από το χωριό κλήθηκαν να παρουσιαστούν για να κάνουν τη θητεία τους. Απ' την άλλη, ο Δημοκρατικός Στρατός που δεν είχε αυτή τη δυνατότητα και βασιζόταν στην εθελοντική προσχώρηση τόσο ανδρών όσο και γυναικών, εισέρχεται σε οικισμούς -μεταξύ άλλων και στον δικό μας- και προχωρεί και σε βίαιες στρατολογήσεις. Η λιποταξία και στις 2 πλευρές τιμωρούνταν με θάνατο και αυτή την τύχη θα έχουν και συντοπίτες μας. Την ίδια περίοδο ο ΔΣΕ προβαίνει σε αντίποινα κατά όσων είχαν συνεργαστεί καθ' οιονδήποτε τρόπο με τις κατοχικές δυνάμεις και είχαν διαφύγει, κατά των δεξιών που "έδιναν" αριστερούς στη χωροφυλακή και σε εκτελέσεις όσων ενημέρωναν για τις κινήσεις του, ακόμα κι αν αυτοί ήταν απολύτως έμπιστοι και ταγμένοι στον αγώνα του και άθελά τους είχαν μεταδώσει τέτοιες πληροφορίες. Οι κάτοικοι του χωριού, παρόλο που άνηκαν σε διαφορετικά στρατόπεδα, σε γενικές γραμμές προσπαθούσαν να προφυλάξουν ο ένας τον άλλον και να αποφευχθεί η αιματοχυσία συγχωριανών τους ενώ απέφευγαν να λαμβάνουν δράση εντός του χωριού τους. Αυτή η ανθρώπινη αντίδραση όμως ήταν ανεπίτρεπτη σε συνθήκες εμφυλίου και είχε ως αποτέλεσμα την απώλεια της ίδιας τους της ζωής. Σταδιακά και κυρίως μετά τις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις τον Σεπτέμβριο του 1948 78, η περιοχή θα αρχίσει να εκκενώνεται από αντάρτες ενώ οι ναπάλμ των Αμερικανών, αργότερα, θα τερματίσουν τον πόλεμο αλλά τα σημάδια που θα αφήσουν θα είναι εμφανή για πολλά χρόνια ακόμα.
Το διάσπαρτο πολεμικό υλικό θα οδηγήσει σε πολλούς τραυματισμούς παιδιών και κατοίκων ενώ το χωριό θα ερημώσει κι ο πληθυσμός θα μειωθεί, σε σχέση με το 1940, κατά 30% (1951) και μέχρι το 1961 θα έχει απομείνει ο μισός. Αν πάλι λάβουμε υπόψη πόσοι είχαν επαναπατριστεί το 1941-42, η μείωση είναι ακόμα μεγαλύτερη. Αρκετοί συγχωριανοί μας που βρέθηκαν στην πλευρά των ηττημένων θα βρεθούν στην Τσεχοσλοβακία, την Πολωνία και τις άλλες σοσιαλιστικές χώρες, ενώ όσοι έμειναν πίσω (και γλίτωσαν τις εξορίες) θα είναι πολίτες δεύτερης κατηγορίας για δεκαετίες καθώς θα πρέπει να ενσωματωθούν σε ένα μετεμφυλιακό κράτος που απαιτεί πιστοποιητικά κοινωνικών φρονημάτων, στερώντας έτσι από τη χώρα ένα πολύτιμο έμψυχο δυναμικό. Στη Ζαραβίνα μάλιστα, οι περιπτώσεις αυτές αναλογικά, θα είναι πολύ περισσότερες από όλα τα άλλα χωριά της περιοχής, μιας που οι ιδεολογικές προσεγγίσεις στο σύνολο τους μάλλον ταίριαζαν σε Μόσχα, παρά σε Πωγώνι (εικ. 19)...
Εικ. 19 Η Λίμνη και το υπόλοιπο Πωγώνι, το 1963... 79
Τα χρόνια που θα ακολουθήσουν το χωριό θα αρχίσει να εκσυγχρονίζεται, αν και με μεγάλη καθυστέρηση σε σχέση με την υπόλοιπη χώρα, όπως άλλωστε συνέβη και με την Ηπείρο, στο σύνολό της. Μετά τη λήξη του εμφυλίου θα φτάσει οικονομική βοήθεια στο χωριό στα πλαίσια του σχεδίου Μάρσαλ ενώ πρωτύτερα θα έχει υπάρξει μέριμνα με διανομή τροφίμων και ειδών ρουχισμού. Κάθε νοικοκυριό θα αποκτήσει από ένα αλέτρι ενώ απ' τα ευτράπελα του σχεδίου ήταν κι η εισαγωγή αμερικάνικων... μουλαριών που δε χωρούσαν (λόγω ύψους) να περάσουν το κατώφλι στις εξώπορτες των σπιτιών.
Εικ. 20 Γάμος στο χωριό μας εκείνη την εποχή
Το 1955 η Ζαραβίνα είναι το πρώτο χωριό που θα αποκτήσει Κτηματολόγιο στο Πωγώνι ("πρόγονος" αυτού που μας βασανίζει, σήμερα) όπου θα οριστικοποιηθεί η διανομή του οικισμού, ενώ το 1960 θα ολοκληρωθεί και η συμπληρωματική διανομή των κληροτεμαχίων που ήδη είχαν οριστικοποιηθεί, αρχικά, το 1934. Απ' τα αξιοσημείωτα των διανομών είναι η αναλογία των διανεμηθέντων στρεμμάτων ανάμεσα στους πρώην "ιδιοκτήτες" και τους κατοίκους του χωριού. Έτσι για κάθε 2 στρέμματα που έπαιρναν οι Ζαραβινιώτες, ένα έμενε στους πρώην τσιφλικάδες, ενώ στο τέλος για... bonus... κρατούσαν και τη λίμνη!.. Άλλο πάλι παράδοξο είναι ότι απ' τα 10.897 στρέμματα της Κοινότητας στην πορεία χάθηκαν καμιά 700αριά και η διανομή έβγαλε έκταση του αγροκτήματος 10.210 στρέμματα, ενώ ένα μεγάλο μέρος δόθηκε για καλλιέργεια σε Κρυονερίτες (παρεμπιπτόντως η σημερινή τοπογραφική υπηρεσία του Κτηματολογίου, για λόγους κτηματογράφησης, μείωσε ακόμη περισσότερο την έκταση της κοινότητας σε 9.650 στρ. περίπου...). Δεν έλειψαν φυσικά και οι διενέξεις μεταξύ των κοινοτήτων! Έτσι για παράδειγμα το υπ. αριθμ. 901 τεμάχιο της διανομής, που ήταν τα ερείπια του χανίου στο Παληοχώρι, που έστω μόνο για ιστορικούς και συναισθηματικούς λόγους δε μπορούσε να άνηκε πουθενά αλλού παρά μόνο στη Ζαραβίνα, το διεκδικούσε το Κρυονέρι, ενώ το υπ' αρίθμ 968, όπου ανεγέρθηκε αργότερα απ' την Αδελφότητά μας το κτίσμα στους Αγίους και επί σειρά ετών γινόταν το πανηγύρι μας, ήταν ζαραβινιώτικη έκταση εντός των Κάτω Ραβενίων...
Πίν. 2 Συγκεντρωτικός Πίνακας με τα στοιχεία της οριστικής διανομής
Διανομή αγροκτήματος Λίμνης | ||
Έκταση σε στρ. | Ποσοστό | Ιδιοκτησία |
4.767,434 | 46,69% | Κοινοτική Έκταση (Συνεταιρισμός) |
2.193,748 | 21,49% | Διανομή σε Ζαραβινιώτες |
1.071,313 | 10,49% | Ιδιοκτησία πρώην τσιφλικούχων |
750,000 | 7,35% | Ι.Μ. Αλεξάνδρου |
493,755 | 4,84% | Σ.Α.Α.Κ. Κρυονερίου (Διανομή σε Κρυονερίτες) |
309,000 | 3,03% | Λίμνη (ιδιοκτησία πρώην τσιφλικούχων) |
238,436 | 2,34% | Ξένες Ιδιοκτησίες |
140,500 | 1,38% | Οικισμός (Διανομή 1955) |
91,813 | 0,90% | Δημόσιες Εκτάσεις |
66,178 | 0,65% | Κοινοτική Έκταση (διαφιλονικούμενη με Κοινότητα Σιταριάς) |
51,750 | 0,51% | Ι.Ν. Παναγίας (Εφημέριος) |
29,000 | 0,28% | Κοινοτική Έκταση (διαφιλονικούμενη με Δήμο Δελβινακίου) |
7,635 | 0,07% | Κοινοτική Έκταση (διαφιλονικούμενη με Κοινότητα Κρυονερίου) |
10.210,562 | 100,00% |
Ταυτόγχρονα, στα τέλη της δεκαετίας του 1950, γίνεται μελέτη εγγειοβελτιωτικών έργων στη λίμνη προς άρδευση του κάμπου μέσω του Νιζερού, τα οποία και πραγματοποιήθηκαν λίγο αργότερα. Ωστόσο το μεγαλύτερο πρόβλημα που παρουσίαζε το χωριό ήταν αυτό της υδροδότησης (πρόβλημα που υφίσταντο και ταλαιπωρούσε την Κοινότητα -για πολλούς και διαφορετικούς λόγους- μέχρι το 1995). Οι κάτοικοι, εκείνη την εποχή, χρησιμοποιούσαν ακόμα το πηγάδι (εικ. 19) στο δρόμο για την Ευαγγελίστρια, κάποιες φορές το ποτάμι που ήταν όμως απόσταση, ενώ κάποιοι λίγοι είχαν και ιδιωτικές στέρνες. Κάποιες προσπάθειες που είχαν γίνει προηγουμένως (1961) για υδροδότηση από γειτονικούς οικισμούς (Κρυονέρι) δεν είχαν τελεσφορήσει 80, έτσι το 1968 ύστερα από αναλύσεις που έγιναν στο νερό του Γορμού και όπου αποδείχθηκε ότι οι πηγές του ήταν -τότε- από τις καλύτερες της χώρας 81, πραγματοποιήθηκε το τεχνικό έργο της υδρομάστευσης στις Ζαραβινιώτικες βρύσες στους Αγίους. Απ' τη γεώτρηση αυτή υδροδοτήθηκαν και οι γειτονικοί οικισμοί. Πολύ αργότερα το χωριό θα υδροδοτηθεί από γεώτρηση στη Λούμπα...
Εικ. 21 & 22 (πάνω) Το ιστορικό πηγάδι και (κάτω ) η εγκατάσταση της υδρομάστευσης στους Αγίους, σε παλιότερες φωτογραφίες
Την ίδια εποχή, προς τα μέσα της δεκαετίας του 1960, θα φτάσει στο χωριό μας και το πολυπόθητο ρεύμα. Αρχικά θα ηλεκτροδοτηθούν τα σπίτια ενώ μετέπειτα θα τοποθετηθεί φωτισμός τόσο στις κολώνες στους δρόμους, όσο και στην -τότε- κεντρική (πάνω) πλατεία του χωριού. Μέχρι εκείνη την περίοδο, που κυκλοφορούν και ανέκδοτα για το πώς αντιμετωπίζονταν οι -ηλεκτρικές- λάμπες από ορισμένους, τις ανάγκες φωτισμού των νοικοκυριών κάλυπταν εξ ολοκλήρου οι γυάλινες -ή μπρούντζινες- λάμπες. Παρόλα αυτά, ο εξωτερικός φωτισμός (κολώνες) μέχρι περίπου τα τέλη της χιλιετίας θα κλείνει νωρίς τα ξημερώματα!..
Αρκετά έργα θα συμπέσουν με την περίοδο της Χούντας, όχι βέβαια γιατί έτρεφε κάποια ιδιαίτερη εκτίμηση για την περιοχή μας (πόσο μάλλον για το χωριό μας), αλλά γιατί οι σχεδιασμοί στις περισσότερες περιπτώσεις είχαν γίνει αρκετά πρωτύτερα και ιδιαίτερα σε εμάς είχαν καθυστερήσει χαρακτηριστικά. Αργότερα μάλιστα την έλλειψη μέριμνας των φτωχών οικισμών της επαρχίας θα φροντίσει η δικτατορία να την καλύψει με άλλους τρόπους. Έτσι ύστερα από συστάσεις της Νομαρχίας Αθηνών προς τους δήμους της πρωτεύουσας, τους πρότεινε να ενισχύσουν τα χωριά της παραμεθορίου με τη μέθοδο της "υιοθεσίας". Το χωριό μας "υιοθετήθηκε" στις 8 Νοεμβρίου 1970 82 από το Δήμο της Καισαριανής μαζί με τη Βήσσανη. Για τη συνεισφορά αυτού του ιστορικού δήμου και των κατοίκων του, με την πολύχρονη παρουσία σε εργατικούς αγώνες και τα εκατοντάδες θύματα, οι Ζαραβινιώτες-ισσες θα είναι πάντοτε υπόχρεοι και ευγνώμονες, ασχέτως των συνθηκών, εντός των οποίων, αυτή συντελέστηκε.
Το 1974 θα τελειώσει μια περίοδος αστάθειας και θα εισέλθουμε στην εποχή που φτάνει έως τις μέρες μας. Το χωριό αργότερα θα πρασινίσει κυριολεκτικά (και μεταφορικά...), η Αδελφότητα θα συνεχίσει το έργο της (ιατρείο, γήπεδο κλπ), ενώ η Κοινότητα θα καταργηθεί και η λίμνη θα περάσει στο Δημόσιο, θα αλλάξουν πολλά όμως δυστυχώς αυτό που θα συνεχιστεί θα είναι η εγκατάλειψη του οικισμού ελέω της αστικοποίησης. Ας ελπίσουμε ότι η κατάσταση θα αντιστραφεί με κεντρική πολιτική και σχεδιασμό, ώστε να μην χαρακτηριστεί για τα χωριά μας ως η "πανώλη του 21ου αιώνα" που θα καταφέρει ότι δε κατάφερε η αυθεντική...
Εικ. 23 & 24 Το τέλος μιας εποχής, απαρχή μιας άλλης
Το χωριό μας παρόλο που ποτέ δεν ήταν το επίκεντρο πάντοτε είχε μία ξεχωριστή θέση στην ιστορία της περιοχής. Ένας πανέμορφος οικισμός, άλλοτε ακμαίος και άλλοτε φτωχικός, άλλοτε ισχυρός και άλλοτε λεηλατημένος. Ένας οικισμός στον οποίον συνυπήρξαν, σε διαφορετικές περιόδους, Έλληνες, Σλάβοι, Βλάχοι, Τούρκοι κι Αλβανοί. Ένας οικισμός που έζησε 2 αυτοκρατορίες (Βυζαντινή, Οθωμανική) και αρκετά χρόνια άλλων κατακτητών (Λατίνοι, Σέρβοι κ.λπ.). Ένας οικισμός που πλέον θα φέρει την ιστορική του ονομασία, έτσι όπως τον γνώρισαν και τον κατέγραψαν όλοι εκείνοι οι ξένοι περιηγητές του παρελθόντος, έχοντας πολλά κοινά γνωρίσματα με τους υπόλοιπους οικισμούς του Πωγωνίου αλλά, πολλές φορές, και διαφορετική νοοτροπία.
Η παρούσα καταγραφή της ιστορίας του χωριού μας αποτελούσε ένα διακαή πόθο της Αδελφότητάς μας από το -μακρινό- 1976 ενώ το 1987 είχε παρθεί αντίστοιχα και απόφαση ΔΣ για συγκέντρωση υλικού και μαρτυριών. Δυστυχώς όμως δε στάθηκε δυνατό αυτή η προσπάθεια να ολοκληρωθεί εκείνη την εποχή, κάτι που θα έσωζε μαρτυρίες των γηραιότερων και συμβάντα που ακόμα και σήμερα αγνοούμε. Επίσης το όλο εγχείρημα στηρίχθηκε εκ των πραγμάτων σε στοιχεία της Αδελφότητας μας και εξωτερικές πηγές, καθώς το αρχείο της Κοινότητας μας αγνοείται. Σκοπός της παρούσας δεν ήταν να παρουσιαστούν αποκομμένα ιστορικά γεγονότα αλλά η περιρρέουσα ατμόσφαιρα κάθε εποχής ώστε να αντιληφθούμε, στο βαθμό που είναι εφικτό, τη ζωή των κατοίκων σε κάθε περίοδο και όσο πιο αντικειμενικά γινόταν. Κατά τη διαδικασία της έρευνας εντοπίσαμε αναφορές, τις οποίες αγνοούσαμε όπως πχ παλιότερη θέση του οικισμού ενώ επαληθεύσαμε άλλες. Εκκρεμεί να μάθουμε αν τα χωριά Λιβάδι του Δήμου Δωδώνης και Σκεπαστό του Δήμου Πάργας που έφεραν επίσης το όνομα Ζαραβίνα σχετίζονται καθ' οιονδήποτε τρόπο με εμάς και επιφυλασσόμαστε για το μέλλον. Είναι αυτονόητο ότι το παρών κείμενο δεν "τίθεται ως έχει" και θα συμπληρώνεται (ή τροποποιείται) διαρκώς σε περίπτωση ύπαρξης νέων στοιχείων ή διαπίστωσης παραλείψεων/λαθών. Θα ήμασταν υπόχρεοι στον οποιοδήποτε, είτε συγχωριανό, είτε συντοπίτη (ή και τρίτο) μπορεί να μας διαθέσει οποιοδήποτε ιστορικό στοιχείο που θα μπορούσε να βοηθήσει στον εμπλουτισμό της παρούσας συγγραφής και ελπίζουμε ότι και άλλοι Πωγωνήσιοι (όσοι δεν το έχουν κάνει ακόμα) θα αναζητήσουν την ιστορία του τόπου τους γιατί λαός που ξεχνά την ιστορία του είναι καταδικασμένος να την ξαναζήσει...
Αφιερώνεται σε όλους τους Ζαραβινιώτες-ίσσες που έζησαν (και δε βρίσκονται σήμερα ανάμεσά μας), ζουν ή θα ζήσουν σ' αυτόν τον τόπο, έστω και περιστασιακά...
Αδελφότητα Λιμνίων,
2018-2019
* Ο Harald von Hirschfeld θα δείξει την εκτίμηση που έτρεφε στους Ιταλούς κι αργότερα στην Κεφαλλονιά όπου θα παίξει καθοριστικό ρόλο στη -γνωστή από την ταινία "Το μαντολίνο του λοχαγού Κορέλι"- εκτέλεση των ανδρών της 33ης Μεραρχίας (Άκουι), ενώ η 1η Ορεινή Μεραρχία, επίσης γνωστή για τη φρίκη που έσπειρε σε διάφορες χώρες (Σοβιετική Ένωση, Γιουγκοσλαβία κ.λπ.), είναι υπεύθυνη για το κάψιμο δεκάδων χωριών μεταξύ των οποίων το γειτονικό Κεφαλόβρυσο στις 10 Ιουλίου 1943 και οι Λιγκιάδες.
** Για το συμβάν αυτό και τη μετέπειτα καταστροφή των χωριών της Λάκκας υπάρχουν κάποιοι που ρίχνουν το φταίξιμο στους αντάρτες που -κακώς (!)- είχαν χτυπήσει τους Γερμανούς προηγουμένως και μετέπειτα "απουσίαζαν" γιατί είχαν εκστρατεύσει κατά του ΕΔΕΣ. Κατά την έρευνα δε γίνεται να μη σταθείς στο μοναδικό "εγχώριο" βιβλίο που αναφέρεται, θεωρητικά, σε εκείνη την περίοδο της κατοχής και της αντίστασης. Δυστυχώς όμως δεν αναφερόταν στην αντίσταση αλλά στη (γνωστή) παράκρουση του (επίσης, γνωστού) συγγραφέα-εκδότη (για παράδειγμα, απ' τα όσα εξωφρενικά γράφονται στο σύνολό τους, αναφέρει μεταξύ άλλων για όπλα που -σκόπιμα- έκρυβαν οι αντάρτες ώστε να κάψουν τα χωριά οι Γερμανοί και σε μας για -δήθεν- ένοπλους ΕΠΟΝίτες απ' τη Λίμνη, που παρίσταναν την ασφάλεια στον Άγιο Κοσμά! Φυσικά ο-εν λόγω-κύριος, μιας που αναφέρθηκε στο χωριό μας, δεν ενδιαφέρθηκε ποτέ να μάθει πχ. για τις εικονικές εκτελέσεις, της άλλης μεριάς, στη Χαράδρα του Γορμού που μετατρέπονταν πολλές φορές και σε κανονικές ώστε τουλάχιστο να φαίνεται αντικειμενικός στους αδαείς).
Άποψη μας είναι ότι κάθε αντιστασιακή πράξη κατά των κατακτητών (απ' όπου κι αν προερχόταν) είναι τιμή για τον λαό μας και είναι προσβολή για τους εκατοντάδες νεκρούς συντοπίτες μας, κατάπτυστες συγγραφές να σπέρνουν το μίσος και τη διχόνοια, διαστρεβλώνοντας την πραγματικότητα και προσπαθώντας να ξαναγράψουν την ιστορία τον 21ο αιώνα, τάχα λόγω "νεοτέρων στοιχείων" που στην πραγματικότητα είναι μηρυκασμός μιας εμφυλιοπολεμικής φρασεολογίας. Προς αποκατάσταση της αλήθειας και σεβασμό στα θύματα εκείνης της θηριωδίας επισημαίνουμε τα παρακάτω:
Η "απουσία" του 15ου Συντάγματος λοιπόν, δεν οφειλόταν σε εκστρατεία του ΕΛΑΣ, όπως αρέσει σε εγχώριους να λένε, αλλά στην απερισκεψία (;) και τυχοδιωκτισμό μερίδας της ηγεσίας των ανταρτών του ΕΔΕΣ που είχαν τη φαεινή ιδέα να του επιτεθούν, όταν ήταν ήδη σε εξέλιξη αντιπαράθεση με τους Γερμανούς, δεσμεύοντας ένα ολόκληρο σύνταγμα και αναγκάζοντας ένα ακόμα τάγμα (το ΙΙ/27 της ΙΧ Μεραρχίας του ΕΛΑΣ της Δυτ. Μακεδονίας) να έρθει προς υποστήριξη του.
Αυτήν τη στιγμή επισκέπτονται τον ιστότοπό μας 152 guests και κανένα μέλος